Τα καταφύγια ονείρων στον καιρό της πανδημίας.
Τα όνειρα μούδιασαν.
Η συλλογή κειμένων με τίτλο Καταφύγια Ονείρων κυκλοφόρησε στο τέλος Φεβρουαρίου, λίγες μέρες πριν ξεσπάσει και στην Ελλάδα ο τρόμος του κορωνοϊού και ληφθούν τα μέτρα περιορισμού κυκλοφορίας.
Το βιβλίο έμεινε στις προθήκες κάποιων κλειστών βιβλιοπωλείων, κι εμείς στα σπίτια μας.
Για κάποιους, δυστυχώς, η αρρώστια ανέτρεψε δραματικά το δρόμο της ζωής τους. Εκείνοι δεν πρόλαβαν. Για πολλούς οι μέρες αυτές θα μείνουν ανεξίτηλες μνήμες πένθους.
Για εμάς τους άλλους, η κατοικία μας έγινε καταφύγιο, κλείσαμε έξω το κακό, και προσπαθήσαμε να βολέψουμε μέσα της τις αγωνίες και τα όνειρά μας. Καθώς και να λησμονήσουμε την εξωτερική αγχογόνα πραγματικότητα.
Ένιωσα πως τα κείμενα της συλλογής είναι πιο επίκαιρα από ποτέ. Κι ας μην περιλαμβάνουν την παραμικρή αναφορά σε υποχρέωση εγκλεισμού, καραντίνας, απομόνωσης. Αυτές οι έννοιες μπήκαν τώρα, πρόσφατα, στη ζωή μας. Όταν γραφόταν το βιβλίο ήμασταν πολύ μακριά από ανησυχίες πανδημίας.
Κι όμως. Ανακάλυψα στις σελίδες του κάποια στοιχεία που μιλούσαν για εξωτερικούς κινδύνους, απειλές που υποστήριζαν την μία εκδοχή τού διφορούμενου τίτλου Καταφύγια Ονείρων.
Τι είναι το καταφύγιο; Είναι εκεί, όπου κάποιος νιώθει προστατευμένος από κάτι εχθρικό. Κάτι που απειλεί την ζωή με τις βασικές αλλά και τις λιγότερο βασικές ανάγκες της. (σελίδα 34)
Βέβαια, ακόμα κι όταν είμαστε κλεισμένοι στα καταφύγια, οι ανάγκες μας δεν ξέρουν από περιορισμούς, έρχονται απρόσκλητες και επιβάλλονται.
Η πρώτη και η πιο επίμονη, η ανάγκη τής ελευθερίας, τής κίνησης. Μια επιθυμία να κινηθούμε έξω, στον καθαρό αέρα, στο φως της χαμένης ξεγνοιασιάς.
Εδώ αρχίζουν τα δύσκολα.
Μόλις η απειλή υποτεθεί ως πιο χαλαρή, ως πιο απομακρυσμένη, η «Αρχή τής ευχαρίστησης», υποκινούμενη από μια υποσυνείδητη «ενόρμηση θανάτου», καταφέρνει να νικήσει την «Αρχή της πραγματικότητας».
Εγκαταλείπω λοιπόν το καταφύγιο, κι εκτίθεμαι στον κίνδυνο που υποτιμώ.
Βγαίνω, συναντώ όσους πεθύμησα, αψηφώ ιούς και κανόνες. Τολμηρό αλλά επικίνδυνο. Συγχρόνως είναι παράνομο και άδικο απέναντι στον εαυτό μου και απέναντι στους άλλους. Ό,τι ακριβώς χρειάζεται για να θριαμβεύσει η ενόρμηση θανάτου. Και ό,τι πρέπει επίσης για να τροφοδοτηθούν οι υποσυνείδητες ενοχές που, όπως ξέρουμε, είναι οι φοβερότερες.
Είναι η επιθετική ενόρμηση εναντίον μου και εναντίον του Άλλου. Εντελώς μεταμφιεσμένη, σε συμπαθητικό περιτύλιγμα.
Απέναντι στο υπερεγώ μου αμύνομαι:
Τι κακό κάνω; Βόλτα στη λιακάδα με κοινωνική συμπεριφορά. Επισκέψεις και παιχνίδια με τους φίλους μου, επιτραπέζια στο μπαλκόνι. Κυριακάτικα γεύματα με τους αγαπημένους μου. Ερωτικές συναναστροφές, ακολουθώντας το πατροπαράδοτο «κάντε έρωτα, όχι πόλεμο».
Μόνο που στις συνθήκες τής σημερινής ανατρεπτικής πραγματικότητας ο πόλεμος (ο θάνατος) παραφυλάει παντού, ακόμα και στον έρωτα!
Η αμφιθυμία είναι υποσυνείδητη υπόθεση. Το μίσος για τη ζωή κρύβεται σε εκδηλώσεις αγάπης. Είναι μια σύγκρουση, ύπουλη, ακαθόριστη, ακατανόητη.
Η έννοια της αρχής της ηδονής υπεισέρχεται στην ψυχαναλυτική θεωρία κυρίως σε αντιπαράθεση με την αρχή της πραγματικότητας. Η ενορμήσεις, οι επιθυμίες, αναζητούν αρχικά εκφόρτιση και ικανοποίηση μέσω των συντομότερων οδών. Προοδευτικά όμως μαθαίνουν την πραγματικότητα, που είναι και η μόνη ικανή να επιτρέψει την πρόσβαση στην ικανοποίηση, μέσω των απαραίτητων παρακάμψεων και αναβολών. Μέσω συμβιβασμών. (σελίδα 26)
Όσοι βρήκαμε ψυχικά αποθέματα ανθεκτικότητας συμβιβαστήκαμε. Η αρχή της πραγματικότητας επιβλήθηκε. Παρακάμψαμε την παρόρμηση και αναβάλαμε τις επιθυμίες μας για καιρούς πιο υγιείς, πιο κατάλληλους. Πιο ερωτικούς. Κι αποφασίσαμε τις απαραίτητες παρακάμψεις, ανακαλύπτοντας το καταφύγιό μας, το σπίτι μας, όπως δεν το είχαμε κάνει ποτέ, ίσως.
Ο χώρος μάς αγκάλιασε και μας πρόσφερε τον καλύτερο εαυτό του. Είναι η στιγμή που δοκιμάζεται η δύναμη και η ποιότητά του. Η ποιότητα που επενδύσαμε πάνω του επιστρέφει σε μας. Κι όποιος είχε αμελήσει την επένδυση αυτή, τώρα το μετανιώνει.
Μα ποτέ δεν είν’ αργά. Έχουμε την χρυσή ευκαιρία να αγκαλιάσουμε και να φροντίσουμε τον χώρο μας, ξέροντας πως θα μας το ανταποδώσει.
Σ’ αυτόν τον χώρο, η σχέση μας με τον έξω κόσμο επεξεργάζεται, κατασκευάζεται και αναπτύσσεται. Ένας χώρος όπου ο εσωτερικός μας κόσμος με τις παρορμήσεις, επιθυμίες και φαντασιώσεις του προετοιμάζεται, ωριμάζει, να δεχθεί τον έξω κόσμο με τις επιρροές του, τις επιθέσεις κλπ. (σελίδα 82)
Σε μια πρωτοφανή περίπτωση εξωτερικής επίθεσης (και συνθηκών εγκλεισμού), σαν αυτή που διανύουμε, οι συμβιβασμοί με την πραγματικότητα βρίσκουν δύναμη στην ψυχική ανθεκτικότητά μας. Αλλά και το αντίστροφο συμβαίνει. Το σπίτι μας, προστατευτικό καταφύγιο, μας βοηθάει να ενισχύσουμε την αντοχή μας στη στέρηση ελευθερίας. Την αναζητούμε πια στον εσωτερικό μας κόσμο.
Το σπίτι μας είναι σύμμαχος σ’ αυτή τη δοκιμασία. Δεν ζούμε ΣΤΟ σπίτι. Ζούμε ΜΕ το σπίτι. Ο χώρος είναι «ψυχικοποιημένος».
Έτσι, μπροστά ή μέσα σε ένα χώρο δε βλέπουμε όλοι το ίδιο πράγμα, αν και όλοι συμφωνούμε για τα φυσικά χαρακτηριστικά του και μπορούμε να δώσουμε σωστά τα στοιχεία του: χρώμα, υλικά, θέση, τόσο μήκος, τόσο πλάτος, τόσο ύψος κλπ.
Ο καθένας θα δει τον χώρο, θα τον αισθανθεί, θα τον νιώσει με τα δικά του ψυχικά φίλτρα. (σελίδα 80)
Αυτό που προβάλουμε στο χώρο είναι κυρίως αποτέλεσμα ασυνείδητων δυνάμεων, δηλαδή ενορμήσεων, το σπίτι διασχίζει τον χρόνο με τον τρόπο του σώματός μας. Σαν αυτό, απλώνεται, συνομιλεί, μεταμορφώνεται. (σελίδα 99)
Το ψυχαναλυτικό γραφείο είναι πια έρημο.
Ο αναλυτής, πίσω από τον ηλεκτρονικό υπολογιστή που βρήκε τη θέση του στο ντιβάνι, ακούει τους αναλυόμενους. Ο χώρος του γραφείου μεταφέρεται ηλεκτρονικά στο καταφύγιό τους.
Το θεραπευτικό πλαίσιο υποφέρει. Η φαντασία και η δυνατότητα συμβολοποίησης που διαθέτει ο καθένας μας επιστρατεύονται για να καλύψουν τα κενά, ώστε να δημιουργηθεί ένα νέο θεραπευτικό «πλαίσιο εκστρατείας». Η κάμερα τού υπολογιστή τοποθετημένη κατάλληλα προσφέρει την εικόνα που έχει ο αναλυόμενος από το ντιβάνι σε καιρό ειρήνης.
Έστρεψα την κάμερα προς τον τοίχο απέναντι από το ντιβάνι και για έναν άλλο λόγο: ένιωθα πως εγώ έμπαινα στον ιδιωτικό χώρο του αναλυόμενου, με βίαιο τρόπο.
Δεν υπάρχει λόγος να διεισδύω στην ιδιωτικότητά του. Αντίθετα, αυτό απαγορεύται από την ψυχαναλυτική δεοντολογία. Ένιωθα σαν να έσπαγα με τη ματιά μου το προστατευτικό περίβλημα του χώρου του, αντί να αφήσω φαντασία και υποσυνείδητο να συμπορευτούν με τον λόγο του.
Στην ψυχολογία ξέρουμε πια την αξία του σταθερού περιβλήματος, του αρραγούς και δυνατού περιέχοντος. Όπως ξέρουμε επίσης και την απόλυτη ανάγκη ιδιωτικότητας για την πραγματική πραγματικότητα αλλά και για την φαντασίωση, που είναι κι αυτή μια πραγματικότητα, ψυχική, που ενδιαφέρει περισσότερο εμάς τους ψυχαναλυτές. Μα ο άνθρωπος έχει ανάγκη σταθερού και αδιαφανούς περιβλήματος, για να προστατευτεί και να ζήσει, για να κρύψει από τα βλέμματα των άλλων πολλές εκδηλώσεις των σωματικών και ψυχικών αναγκών του. Χρειάζεται εσωτερικότητα για να εναποθέσει με ασφάλεια τις διάφορες εκφάνσεις της υπόστασης του. Της διπλής ανθρώπινης υπόστασης, σωματικής και ψυχικής. (σελίδα 51)
«Στον πόλεμο όπως στον πόλεμο» λένε οι Γάλλοι. Προσαρμοζόμαστε στην πραγματικότητα, εφευρίσκουμε νέους τρόπους, ο ελεύθερος συνειρμός βρίσκει το δρόμο του διαδικτυακά, ο αναλυτής ακούει, ο αναλυόμενος μιλάει.
Τα λόγια τους με παραπέμπουν συχνά στα Καταφύγια Ονείρων που σκονίζονται στα κλειστά βιβλιοπωλεία. Οι αναλυόμενοι στο skype μού μιλούν για τις εμπειρίες τού εγκλεισμού τους, τις σχέσεις με τα μέλη τής οικογένειας, με τους γείτονες. Ή με τη μοναξιά τους. Μιλούν πολύ επίσης για την σχέση τους με το σπίτι, με τον χώρο. Αστειεύονται με τις «εκδρομές» στο μπαλκόνι, ή τις κινηματογραφικές «εξόδους» στο σαλόνι, τα καφεδάκια με φίλους στην κουζίνα μπροστά στην οθόνη τού κινητού.
Μιλούν για τις μέρες που γεμίζουν με εργασίες τακτοποίησης και καθαριότητας που πάντα είχαν στο νου μα που πάντα ανέβαλαν, «ποτέ το σπίτι δεν ήταν τόσο καθαρό και τακτοποιημένο, όσο αυτό τον καιρό». Επιτέλους βρέθηκε χρόνος για ντουλάπες, πατάρια, αποθήκες. Για ξεκαθάρισμα. Βρέθηκε χρόνος για σκέψη, συχνά όχι χωρίς νοσταλγία και παράπονο.
Κάθε αποθήκη κελάρι η ντουλάπα, είναι πηγή αναμνήσεων και κρυμμένων μυστικών, παλιών υποθέσεων, ανεξόφλητων λογαριασμών. Έτσι δίχως κανείς από τους εμπλεκόμενους με το συνειδητοποιεί, οι παραχωμένες και παραγκωνισμένες υποθέσεις γίνονται απειλές για την γαλήνη και την ισορροπία του συνόλου. (σελίδα 67)
Τα συναισθήματα ξεχειλίζουν καθώς έρχονται στην επιφάνεια φωτογραφίες και στιγμιότυπα του παρελθόντος, άλλων καιρών πιο ήρεμων μα πιο ασφυκτικά γεμάτων. Καιροί όπου δεν χωρούσε τίποτα περιττό, τίποτα παραπανίσιο. Τώρα ο χρόνος επιμηκύνθηκε, το κενό έκανε την εμφάνισή του, θεραπευτικό.
Αφήνω χώρο ανεκμετάλλευτο! «Αφήνω χώρο» σημαίνει κάνω αγώνα εναντίον του κορεσμού, του κερδοφόρου και του ασφυκτικού. Είναι απελευθερωτικό! (σελίδα 41)
Λέει κάποιος:
«Το έχω παρατηρήσει. Όταν καμιά φορά πιώ αποβραδίς κάνα ποτηράκι παραπάνω, ξυπνάω νωρίς. Πολύ νωρίς. Πέντε, πεντέμισι… Ανάβοντας το φως το θυμήθηκα, και, για πολλοστή φορά, υποσχέθηκα στον εαυτό μου πως δεν θα ξανασυμβεί.
Στο μεταξύ συγκεντρώνω τη σκέψη μου.
Μάλιστα. Έτσι κι αλλιώς δεν θα βγω, ας μην το σκέφτομαι. Λοιπόν, τι μέρα έχουμε, τι προβλέπεται για σήμερα από υποχρεώσεις… Θα μου πεις, η λέξη αυτή απώλεσε την κανονική σημασία της, η ζωή ανέτρεψε οποιαδήποτε ανάλογη έννοια. Οι υποχρεώσεις αναστέλλονται, ίσως για κάποιον σαν κι εμένα, αυτό να είναι ως και ανακουφιστικό. Μοναδική πραγματική υποχρέωση είναι ο περιορισμός κινήσεων!
Για μένα ποτέ τα όρια δεν ήταν πρόβλημα. Έμαθα να ορίζω εντός τους τη ζωή και τις κινήσεις μου. Γεννήθηκα περιορισμένος. Και, μάλλον, αυτό μού μοιάζει σαν πλεονέκτημα. Ξέρετε κάτι; Μου αρέσουν τα όρια. Και το σπίτι μου είναι το όριό μου τώρα. Ξέρω πως μόνο μέσα του μπορώ να κινούμαι άνετα. Πολύ περισσότερο σήμερα που έξω καραδοκεί ο κίνδυνος. Και για πρώτη φορά εκμεταλλεύομαι τον περιορισμό, εκτιμώ την ύπαρξη ορίων, απολαμβάνω το σπίτι μου».
Για κάποιους είναι η ανέλπιστη ευκαιρία να ζήσουν οικογενειακά τον χώρο, τους χώρους του σπιτιού. Είναι ευκαιρία για συζήτηση, για ανταλλαγή απόψεων και δημιουργικής ενασχόλησης. Καθώς και ευκαιρία επανάκτησης προσωπικών στιγμών μέσα στο πλαίσιο της οικογενειακής εστίας.
Όμως το «σώμα» της οικογένειας κλεισμένο στους τοίχους της κατοικίας, μερικές φορές δυσκολεύεται να βρει αέρα να αναπνεύσει, τα όρια είναι στενά και πνιγηρά. Τα μέλη μουδιάζουν, κάποτε πονούν. Μα όταν καταφέρνουν να συντονιστούν και συγχρόνως να αυτονομηθούν το καταφύγιο παίζει τον καλύτερο συναινετικό του ρόλο.
Το εσωτερικό του σπιτιού αντιπροσωπεύει συμβολικά τις ασυνείδητες σχέσεις μεταξύ των κατοίκων του, τις συμμαχίες και τις αντιπαλότητες. (σελίδα 97)
Όπως από το σώμα, περιμένουμε κι από το σπίτι να μας προστατεύει από τον εξωτερικό κόσμο, να μας περιβάλει, να μας περιέχει. Όπως στο σώμα θέλουμε και το σπίτι να συνδέει τα διάφορα μέλη που μαζί σχηματίζουν μία ολόκληρη οικογένεια, να είναι το σώμα της οικογένειας. (σελίδα 99)
Η αρχιτεκτονική του σπιτιού μπορεί να γίνει ο καμβάς για συζήτηση μεταξύ των μελών της οικογένειας, για το παρελθόν της καθώς και για το παρόν και το μέλλον του κάθε μέλους της. Ένα αρχιτεκτονικό στοιχείο της κατοικίας που υπάρχει ή που δεν υπάρχει, που λείπει, μπορεί να γίνει αφορμή για πλούσια κουβέντα πάνω σε θέματα της ζωής όπως η σημασία των χρημάτων, η διαδοχή των γενεών, οι ηλικίες, οι ασθένειες, ο θάνατος κλπ. (σελίδα 108)
Όσο για τα όνειρα αυτής της περίεργης εποχής, δεν φτάνουν στα αυτιά μου, ακόμα τα περιμένω. Μάλιστα μια Γαλλίδα συνάδελφος πρότεινε να καταγράψουμε όνειρα αναλυόμενων τον καιρό του κορωνοϊού. Δεν έχω να της απευθύνω.
Υποψιάζομαι πως θα περιμένουμε πολύ. Μάλλον το καταφύγιο τα κρατάει αυστηρά μέσα του προς το παρόν. Τα όνειρα μούδιασαν, λουφάζουν.
Ελπίζουμε σε καλύτερες μέρες ελευθερίας, όπου όνειρα νυχτερινά, τού ύπνου, ή τα άλλα, τα όνειρα ζωής και μέλλοντος θα έρθουν ελεύθερα στο ντιβάνι απαλλαγμένα από την απαγόρευση κινήσεων.
Υποχρεωτικό skype και όνειρο μοιάζει ασύμβατο ζευγάρι…
Γιάννης Βαϊτσαράς
Απρίλιος 2020
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου