Πέμπτη 17 Φεβρουαρίου 2022

ΤΟ «ΩΡΑΙΟ» ΣΤΗΝ ΨΥΧΑΝΑΛΥΣΗ

Το κείμενο παρουσιάστηκε στην 5η συνάντηση του διαδικτυακού project «Αναζητώντας το Ωραίο…» 

16/02/2022

 

Βρισκόμαστε στο γραφείο μου με τη βιβλιοθήκη, το ντιβάνι, τα ζωγραφικά έργα στους τοίχους. Δέχομαι μια κυρία για την πρώτη της συνεδρία. Βγάζει το πανωφόρι της και κάθεται απέναντί μου. Με ευχάριστη όψη ρίχνει τριγύρω ένα βλέμμα, χαϊδεύει τα μπράτσα της πολυθρόνας και βγάζοντας έναν αναστεναγμό ανακούφισης λέει:

-Αχ, τι ωραία!

Προσπαθώ να ερμηνεύσω την κουβέντα της, δίχως να μιλώ, φυσικά. Το ότι νιώθει ευχάριστα δεν θεωρώ πως οφείλεται τόσο στο ότι βρίσκει τον χώρο καλαίσθητο, ή τέλος πάντων σύμφωνο με τα αισθητικά της κριτήρια. Σκέφτομαι πως, δίχως να το εννοεί, η έκφρασή της «τι ωραία!» φέρει κυρίως την ετυμολογική βαρύτητα της λέξης. Ωραία, δηλαδή στην κατάλληλη ώρα!

Ωρίμασε το πράγμα. Από καιρό το σκεφτόταν να επισκεφθεί ψυχολόγο. Τώρα έφτασε η κατάλληλη στιγμή.

-Αχ, τι ωραία!

Η θεραπευτική δουλειά έχει αρχίσει, έφτασε η ώρα της ενδοσκόπησης, πλησιάζει η τακτοποίηση στην ακαταστασία τού ψυχισμού της. Ωραία, είναι στην ώρα του το ραντεβού με τον εαυτό της, με το υποσυνείδητο, σύμφωνα με τους κανόνες της ψυχανάλυσης.

Αχ, τι ωραία!

Δεν ξέρει ακόμα πως στη διάρκεια της ψυχοθεραπείας της δεν θα υπάρξουν μόνον ωραία και όμορφα πράγματα. Αντίθετα, η ασχήμια, η δυσωδία, η ντροπή και η αηδία θα εμφανιστούν. Άσχημα πράγματα θα χαλάσουν την ομορφιά που φαντασιώθηκε στην πρώτη της συνεδρία μέσα σ’ αυτό το  γραφείο. Σ’ αυτό τον χώρο που έτυχε να ταιριάζει στην φαντασίωση του ωραίου, κρίνοντας με τα δικά της υποκειμενικά αισθητικά κριτήρια.

Δεν ήξερε επίσης, όπως και εγώ άλλωστε, πως η έκφραση της «τι ωραία» θα έπαιρνε κι άλλες πιο κομβικές διαστάσεις στην θεραπεία της.

 

Κι όμως. Όταν έρθει η ώρα να εμφανιστούν η άσχημη και η σκοτεινή πλευρά τής ψυχής της ο ψυχαναλυτής θα σκεφτεί πως είναι ωραίο! Στην ώρα του. Διότι μόνο τότε, ούτε πριν ούτε μετά, μπορούν οι υποβόσκουσες συγκρούσεις να έρθουν στην επιφάνεια. Μόνο τότε η μόνιμα ενυπάρχουσα αμφιθυμία των συναισθημάτων μπορεί να αναδυθεί. Συνήθως, όλα αυτά τα άσχημα, όλες οι σκοτεινές πτυχές του ψυχισμού μένουν κρυμμένα βαθιά στο υποσυνείδητο. Και, κρυμμένα και αμίλητα καθώς είναι, γίνονται η αιτία πολλών ψυχικών και σωματικών προβλημάτων.

Είναι λοιπόν ωραίο να έρχονται όλα αυτά προς επεξεργασία στο ψυχαναλυτικό ντιβάνι.

 

Στην πορεία της θεραπεία της η κυρία που προανέφερα μίλησε αρκετά για τις τέχνες. Συχνά ερχόταν  στα λόγια της οι λέξεις ωραίο, ή άσχημο, ή δυσάρεστο έργο. Πρόφερε τις λέξεις αυτές με τέτοια έμφαση που και ψυχολόγος να μην είσαι αντιλαμβάνεσαι πως δεν πρόκειται απλά για μια αισθητική προσέγγιση. Αλλά πως κάτι βαθύτερο, κάτι ψυχικό κρύβεται πίσω τους. Άλλωστε για κάτι που την ενθουσίαζε έλεγε χαρακτηριστικά, «το έργο αυτό μου μιλάει». Και εντάξει, ο ψυχαναλυτής δεν μιλάει πολύ, αλλά αυτό δεν τον εμποδίζει να σκέφτεται.

Καθώς η ψυχανάλυση δεν  έχει πολλά να πει για την αισθητική, όπως άλλωστε δηλώνει ο ίδιος ο Φρόιντ, προσεγγίζουμε την έννοια του ωραίου από την ψυχαναλυτική οπτική γωνία, περνώντας από κάποιες βασικές ψυχαναλυτικές έννοιες.

 

Στην ψυχαναλυτική θεωρία υπάρχει η κεντρική έννοια της ενόρμησης. Πρόκειται για αυτό που ονομάζουμε ένστικτο, ορμή. Θα λέγαμε  πως η ενόρμηση είναι το ψυχικοποιημένο ένστικτο. Δηλαδή το ένστικτο που είναι επενδυμένο με συναίσθημα. 

Ο Φρόυντ  διαχώρισε τις ενορμήσεις σε δύο ειδών. Την ενόρμηση ζωής και την ενόρμηση θανάτου. 

Η ενόρμηση ζωής ή αλλιώς αποκαλούμενη «ερωτική ενόρμηση» εκφράζει την θετική ορμή της ψυχής, το καλό, το όμορφο, εδώ σήμερα θα λέγαμε την «ωραία» της πλευρά. 

Τον έρωτα.

Από την απέναντι πλευρά οι ενορμήσεις θανάτου έχουν την πηγή τους στο αρνητικό, το κακό, το άσχημο.

Τον θάνατο!

Τα δύο αυτά ήδη ενορμήσεων, ενόρμηση ζωής και ενόρμηση θανάτου, υπάρχουν πάντα μέσα μας και βρίσκονται συνεχώς σε μόνιμη σύγκρουση. Συχνά πρόκειται για υποσυνείδητη σύγκρουση μεταξύ τους μέχρι να υπερισχύσει το ένα από τα δύο.

 

«Η ζωγραφική μού έσωσε τη ζωή σε εποχές που αυτή είχε δυσκολέψει. Τα αδιέξοδα που ένιωθα μέσα μου έβρισκαν  διέξοδο στην τέχνη», λέει η κυρία στο ντιβάνι. Με το δικό της τρόπο επιβεβαιώνει αυτό που υποστηρίζει η ψυχανάλυση δηλαδή πως:

 

Η τέχνη δίνει έκβαση στις ενορμήσεις.

Τόσο για τον δημιουργό όσο και για τον αποδέκτη της.

Το ωραίο, και η έκφρασή του, είναι η μετουσίωση των ανθρώπινων  ενορμήσεων, η εξωτερίκευση του ψυχικού κόσμου, των ανθρώπινων ψυχικοποιημένων ενστίκτων. 

Η Τέχνη είναι μια κλασική έκφραση των ενορμήσεων. Το δημιούργημα μιλάει για τον εσωτερικό κόσμο του καλλιτέχνη. Μιλάει επίσης και για τον αποδέκτη της τέχνης. «Το έργο αυτό μου μιλάει», είχε πει η κυρία.

Ο δημιουργός μετουσιώνει τις ενορμήσεις του και δημιουργεί τέχνη. Εδώ έχουμε μιαν άλλη ψυχαναλυτική έννοια, την μετουσίωση.

Ο δημιουργός δίνει και εκθέτει στον αποδέκτη της τέχνης του τις βαθύτερες πτυχές και ορμές της ψυχής του, μετουσιώνει τις ενορμήσεις του στο έργο του. Λογοτεχνία, μουσική ζωγραφική κλπ. 

Έτσι, στην Τέχνη συναντάται συχνά το φαινόμενο των αντιθέσεων όμορφο – άσχημο και ο θεατής ταυτίζεται με την μια ή την άλλη κατεύθυνση.

Ως αποδέκτες συνδημιουργούμε το έργο με τον καλλιτέχνη, ταυτιζόμενοι.

Το έργο τέχνης δεν υπάρχει μόνον χάρη στον δημιουργό του αλλά και χάρη σ’ αυτόν που το προσλαμβάνει. Έτσι κι αλλιώς  ο κάθε αποδέκτης ενός έργου τέχνης θα δει το δικό του έργο. Αυτή είναι η έννοια της συνδημιουργίας.

Έτσι εξηγείται η σχετικότητα του ωραίου. Το ωραίο για μένα δεν είναι απαραίτητα ωραίο και για σένα.

Η ταύτιση είναι αποτέλεσμα των φαντασιώσεών μας και των προβολών των συναισθημάτων μας πάνω στο έργο τέχνης. Το έργο τέχνης και η έλξη που προσφέρει στον θεατή είναι μια καθαρή απόδειξη της φαντασίωσης που συνοδεύει την αγάπη για την τέχνη. Για το ωραίο. Ή καλύτερα, για την αναζήτηση του ωραίου.

 

Η τέχνη με την ομορφιά ή την ασχήμια της αναστατώνει.

Το αίνιγμα της ομορφιάς, λέει ο Φρόιντ, προκαλεί ανησυχία, η ανησυχητική γοητεία της ομορφιάς μάς αναστατώνει. 

Η ομορφιά είναι ένα εμπόδιο που κινητοποιεί την σκέψη μας. Η ομορφιά μάς αναγκάζει να σκεφθούμε.

Διότι κινητοποιεί τον ψυχισμό μας με τις διάφορες συνιστώσες του. Κινητοποιεί το ψυχικό αποτύπωμα των εμπειριών μας, των φαντασιώσεων και των κρυφών επιθυμιών μας.

Και σε αντιστοιχία με το δίπολο ενόρμηση ζωής – ενόρμηση θανάτου, η τέχνη μάς αναγκάζει να σκεφτούμε με το δίπολο ωραίο – άσχημο.

Πρόκειται για την σχετικότητα της έννοιας του ωραίου. Η εικόνα κινητοποιεί τον ψυχισμό και άρα το συναίσθημα. Το καλό ή το κακό συναίσθημα που μας κατοικεί εν αγνοία μας.

Η ψυχανάλυση ερμηνεύει την αισθητική συγκίνηση και το ωραίο μιλώντας για αισθήσεις και ερωτική διέγερση. Και για μετουσίωση. Η μετουσίωση είναι αποτέλεσμα των ερωτικών ενορμήσεων που είναι στενά συνδεδεμένες με την καλλιτεχνική δημιουργία. Των ενορμήσεων που βρίσκουν διέξοδο στην δημιουργία.

 

«Η Τέχνη μού έσωσε τη ζωή σε εποχές που αυτή είχε δυσκολέψει».

Ναι! Ο πόνος, το πάθος, το κακό, μπορούν να δώσουν ένα ωραίο αποτέλεσμα. Είναι ακριβώς η περιγραφή πως στην σύγκρουση ανάμεσα στην ενόρμηση ζωής και την ενόρμηση θανάτου θριαμβεύει η ζωή!

Πόσα παραδείγματα δεν έχουμε από αριστουργήματα που έγιναν σε εποχές δύσκολες για τους δημιουργούς τους!

 

Στην ψυχαναλυτική θεραπεία ακούμε συχνά για τον διαχωρισμό ανάμεσα στο όμορφο και το επιθυμητό, το διεγερτικό.

Αναρωτιόμαστε για το πώς η ομορφιά, το ωραίο, κινητοποιεί το συναίσθημα και την επιθυμία. Την ερωτική και σεξουαλική επιθυμία.

Φυσικά πάντα κρατούμε υπ’ όψη μας πως το ωραίο προσδιορίζεται από πολλούς παράγοντες, κοινωνικούς κυρίως.

Και όσο αφορά την σεξουαλικότητα η έννοια του ωραίου είναι πολύ σχετική έννοια. Δεν ερωτευόμαστε όλοι με τα ίδια πρότυπα, με τα ίδια κριτήρια.

Για την ψυχανάλυση το όμορφο και το ωραίο που κινητοποιεί την επιθυμία εξαρτάται από τις ψυχικές διεργασίες, ιδιαίτερα της  πρώιμης παιδικής ηλικίας.

Οι εμπειρίες της παιδικής ηλικίας, και μάλιστα των πρώτων χρόνων της ζωής καθορίζουν την πορεία της ψυχικής εξέλιξης του ανθρώπου. 

 

Ο Φρόυντ, στο βιβλίο του « Ο πολιτισμός πηγή δυστυχίας», γράφει για την απόλαυση που εμπνέει η ομορφιά, αναφερόμενος σε εκείνους που αναζητούν τον έρωτα στην αισθητική ομορφιά, κάνοντας την αναζήτησή τους αυτή στόχο ζωής:

«Η αισθητική στάση που λαμβάνεται ως στόχος της ζωής προστατεύει ασθενώς από τα κακά που μας απειλούν». Δίνει εδώ μια άποψη πως η μόνιμη και ανικανοποίητη αναζήτηση της αισθητικής απόλαυσης είναι ένας ψυχικός μηχανισμός άμυνας ενάντια στο κακό, δηλαδή ενάντια στην ενόρμηση θανάτου. Μόνο που λέει πως η άμυνα αυτή «μας προστατεύει ασθενώς». Δηλαδή είναι ένας μηχανισμός με χαμηλά αντισώματα, όπως θα λέγαμε σήμερα χρησιμοποιώντας την επίκαιρη γλώσσα.

 

Ένας άλλος ψυχαναλυτής ο D. Winnicott, στο περίφημο κείμενο του για τον ρόλο του καθρέφτη του προσώπου της μητέρας, μιλάει για τους εφηβικούς έρωτες.

Διακρίνει τον εραστή που επιλέγει μια νεαρή κοπέλα για την ομορφιά της και αυτόν που «αγαπώντας μια νέα κοπέλα έχει την αίσθηση ότι είναι όμορφη και μπορεί να δει μέσα της τι είναι όμορφο».

 

Η κυρία  του παραδείγματος που σας έδωσα υπέφερε από έναν έρωτα. Έναν ανεκπλήρωτο έρωτα με έναν άνδρα που το σημαντικό χαρακτηριστικό του και ίσως το μοναδικό προσόν του, ήταν το «ωραίος»! 

Μέσα από τη θεραπεία της έφτασε σε κάποια συμπεράσματα μεγάλου ενδιαφέροντος για την ψυχανάλυση η οποία πράγματι μιλάει περί «απωθημένης σεξουαλικότητας». Δηλαδή μένοντας ακινητοποιημένη μπρος στην εικόνα του ωραίου άνδρα, επιμένοντας στο ανέφικτο, απέκλειε τη ζωή της από κάθε  είδους πραγματικού ερωτικού συναισθήματος. Έμενε απλά η προσκόλληση σε μια γυμνή εικόνα. 

Αντιλήφθηκε πως επρόκειτο για μια επιφανειακή, αισθητική προσέγγιση. Και όχι για μια πραγματική, ψυχική επιθυμία επενδυμένη με συναίσθημα. Η πηγή όλων αυτών βέβαια ανιχνεύτηκαν στις παιδικές και εφηβικές εμπειρίες τής ζωής της.

Χρειαστήκαμε αρκετό χρόνο μέχρι να φέρουμε στην επιφάνεια της συνείδησης τα τραύματα και τις ενορμήσεις θανάτου που την οδηγούσαν στην έλξη του ωραίου αλλά όχι της ευτυχίας.

Αχ τι ωραία!

 

Θα συμφωνήσω με την ψυχαναλύτρια Τζούλια Κρίστεβα που λέει πως ο Σταντάλ κάνει λάθος όταν γράφει πως η ομορφιά είναι υπόσχεση ευτυχίας. Το αντίθετο συμβαίνει: η αγάπη είναι υπόσχεση ομορφιάς.

 

Στο βίντεο που θα δούμε προσπαθήσαμε να εικονογραφήσουμε τη διαδικασία μετουσίωσης. Ξεκινώντας από το κείμενο του Στέφαν Τσβάιχ για την κατάθλιψη του Χέντελ, δηλαδή από την κατάσταση ήττας της ενόρμησης ζωής, ο καλλιτέχνης θα καταφέρει να βρει την έμπνευση, να δημιουργήσει.

Τη συνέχεια την γνωρίζουμε. Ο «Μεσσίας» πρωτοπαρουσιάστηκε στο Δουβλίνο στις 13 Απριλίου 1742 και έκτοτε είναι το συχνότερα εκτελούμενο χορωδιακό έργο τού ρεπερτορίου της δυτικής μουσικής.

 

Η ζωή, ό έρωτας μετουσιωμένος σε τέχνη, το «ωραίο» θριάμβευσαν.

 

Γιάννης Βαϊτσαράς

Φεβρουάριος 2022.