Κυριακή 18 Δεκεμβρίου 2016

Η Απόρριψη.

Δευτέρα 12/12/2016 
στο Λεξικοπωλείο.


Καλησπέρα σας.
Τον περασμένο Ιούνιο, όταν στηνόταν το πρόγραμμα των καφέ ψ για την νέα χρονιά, ο φίλος Νίκος Αγγελίδης, έριξε την ιδέα του θέματος:
Η απόρριψη.
Υποθέτω πως είχε ήδη στο μυαλό του κάποιο αχνό προσχέδιο του πίνακα που μας παρουσιάζει σήμερα. Το υποθέτω, διότι τον γνωρίζω καλά και ξέρω πως δεν θα διακινδύνευε να προτείνει ένα θέμα που ενδεχόμενα θα τον έβαζε σε δύσκολη θέση, αποφεύγοντας, κυρίως, την αγωνία μήπως δεν είναι πανέτοιμος στην προκαθορισμένη ημερομηνία.
Η απόρριψη, σκέφτηκα αστραπιαία. Τι έχει να πει άραγε η ψυχανάλυση για το θέμα, καθώς δεν πρόκειται για ψυχαναλυτικό όρο; Εννοείται πως όχι μόνο δεν απέρριψα την πρόταση, αντίθετα, την δέχτηκα με ενθουσιασμό. Και αυτόματα ήρθε στο νου μου η διατύπωση του θέματος: 
Η απόρριψη σαν ανάγκη και σαν τραύμα. 
Το σημείωσα, ελπίζοντας πως θα εύρισκα τα επιχειρήματα και τα παραδείγματα που να στηρίζουν αυτή την υπόθεση εργασίας.



Σας ζητώ την άδεια να μιλήσω για μια προσωπική μου εμπειρία:
Σεπτέμβρης 1995, είμαι στο Παρίσι, ήδη από κάποια χρόνια καθηγητής στη μέση εκπαίδευση, ερωτευμένος σφόδρα με την ψυχανάλυση, έχω αρχίσει την εκπαίδευση μου στην ψυχαναλυτική εταιρία. Όμως να, που σκέφτομαι πως αν θέλω να ασκήσω κανονικά το επάγγελμα του ψυχολόγου, θα χρειαστώ αντίστοιχο πανεπιστημιακό πτυχίο. Άλλωστε ποτέ δεν με τρόμαξαν οι σπουδές και το διάβασμα, ήμουν έτοιμος και σε πλήρη διέγερση, στα τριάντα εννιά μου, να βρεθώ πάλι στα σπουδαστικά αμφιθέατρα της Σορβόννης.
Βρισκόμαστε στη Γαλλία, τα πανεπιστήμια έχουν ανοιχτές πόρτες, κάνω την αίτηση με τα απαραίτητα δικαιολογητικά, σκέφτομαι πως εύκολα και σύντομα θα έκανα την εγγραφή μου σαν πρωτοετής φοιτητής στην ψυχολογία.
Ένα βράδυ λοιπόν, επιστρέφοντας κατάκοπος από τη δουλειά στο σχολείο, βρήκα στο γραμματοκιβώτιο του ισογείου το πολυπόθητο απαντητικό γράμμα τής Σορβόννης.  Ανεβαίνοντας δυο δυο τα σκαλιά των τεσσάρων ορόφων, με εφηβικό χτυποκάρδι σκίζω το φάκελο και διαβάζω τις πρώτες γραμμές:
-Μετά λύπης σάς ανακοινώνουμε πως η επιτροπή των καθηγητών απορρίπτει…
Ξεκλειδώνω την πόρτα μου, πετάω το σακάκι και κάθομαι στο γραφείο να συντάξω την πιο θυμωμένη αλλά και πιο αποτελεσματική επιστολή της ζωής μου.
Στο μάγουλό μου αισθανόμουν πραγματικό πόνο από χαστούκι. Έβραζα από οργή και αγανάκτηση. Και συγχρόνως μια τεράστια έκπληξη που με ανησύχησε: Τόση πια ήταν η δύναμη του ναρκισσισμού μου που ούτε στιγμή δεν είχε περάσει από το νου μου η πιθανότητα απόρριψης; Να με απορρίψουν εμένα; Είναι δυνατόν; Πάντως η πραγματικότητα ήταν αυτή, χρειάστηκε να την αναγνωρίσω και να προσπαθήσω έναν δυναμικό συμβιβασμό μαζί της, χρειάστηκε σύγκρουση και επιμονή, για την ευχάριστη εξέλιξη που φαντάζεστε.

Αν η απόρριψη αυτή είχε συμβεί σε άλλη ηλικία και σε άλλες συνθήκες πιθανόν να είχε αποτελέσει ναρκισσιστικό πλήγμα, ψυχικό τραυματισμό με απρόβλεπτες συνέπειες. Στην περίπτωσή μου, όντας ήδη σε ψυχανάλυση από καιρό, το γεγονός αυτό έγινε μια καλή αφορμή επεξεργασίας του ναρκισσισμού μου, συνειδητοποίησης της μη παντοδυναμίας μου. Νομίζω πως εμπλούτισε την ψυχική ζωή μου αντί να την τραυματίσει, ενεργοποίησε την εκλογίκευση και δημιουργικότητα, τον πολυτιμότερο μηχανισμό άμυνας.
Η απόρριψη μπορεί να γίνει αφετηρία σκέψης όταν της δίνεται η ευκαιρία. Αν δεν την επεξεργαζόμουν στο ντιβάνι (σχήμα λόγου, το ντιβάνι είναι πάντα μέσα μου πια) ο πρώτος και δυνατότερος μηχανισμός άμυνας θα δραστηριοποιούνταν αυτόματα σε ένα τέτοιο νέο:
Η Άρνηση. Η σκέψη που θα επικρατούσε θα ήταν: Όχι, δεν είναι δυνατόν, δεν υπάρχει περίπτωση να έχω απορριφθεί! Και να κρατούσα εσωτερικευμένο και βουβό τον θυμό μέσα μου.
Η απόρριψη συχνά αντιμετωπίζεται έτσι. Με άρνηση που δεν οδηγεί πουθενά.
Η απόρριψη και η άρνηση είναι αδερφές, συχνά η μια έρχεται σε απάντηση της άλλης. Η άρνηση της απόρριψης και η απόρριψη της άρνησης.

Την διαφορετικότητα, ας πούμε, την αρνούμαστε, δεν την βλέπουμε, ή όταν την βλέπουμε την απορρίπτουμε και αρνούμαστε να δεχθούμε πως την απορρίπτουμε.
Η απόρριψη μερικές φορές είναι ανάγκη: όταν η διαφορετικότητα βάζει σε κίνδυνο την ψυχική ισορροπία. Είναι μια άμυνα εναντίον του άγχους που μπορεί να προκληθεί από μια κατάσταση ασυνείδητα διεγερτική. Σκέφτομαι εδώ την έννοια της αμφιθυμίας δηλαδή την έλξη και συγχρόνως απώθηση για κάποιον ή για κάτι. Απορρίπτουμε λοιπόν κάτι όταν η απώθηση υπερισχύει της έλξης, όταν η έλξη μας τρομάζει και μας πανικοβάλλει.

Πριν μερικά χρόνια δεχόμουν στο γραφείο έναν νεαρό αναλυόμενο που μεταξύ άλλων θεμάτων του, μου μιλούσε για μια ομοφυλόφιλη ερωτική εμπλοκή με κάποιον από το προσωπικό της Μητρόπολης Θεσσαλονίκης.
Το περιστατικό συμπίπτει με την εποχή των πρώτων παρελάσεων για την ομοφυλόφιλη υπερηφάνεια, το γνωστό πια σε όλους gay pride. Που τότε όμως, σαν πρωτόγνωρο, είχε προκαλέσει ποικίλες και κυρίως εχθρικές αντιδράσεις. Στην τηλεόραση παρακολουθούσα τις συνεντεύξεις των ιερωμένων για το θέμα και κυρίως την ιδιαίτερα οργισμένη αντίδραση του προκαθήμενου. Που θεωρούσε αδιανόητο και ανήθικο να περνά μια τέτοια παρέλαση μπροστά από τα παράθυρα της μητρόπολης.
Ακούγοντάς τον, κι έχοντας στο νου μου το περιστατικό με τον αναλυόμενό μου, αυτόματα έκανα τη σκέψη που προανέφερα:
Η απόρριψη είναι ανάγκη όταν η διαφορετικότητα βάζει σε κίνδυνο την ψυχική ισορροπία. Είναι μια άμυνα εναντίον του άγχους που μπορεί να προκληθεί από μια κατάσταση ασυνείδητα διεγερτική. Φαντάστηκα την διέγερση που ενδεχομένως θα προκαλούσε στο προσωπικό της Μητρόπολης η  gay pride, και κατάλαβα τα τόσο απόλυτα και κατηγορηματικά λόγια απόρριψης στο στόμα και την ψυχή του Δεσπότη.

Στην ψυχολογία μιλάμε συχνά για τον «εμβολιασμό» του παιδιού κατά της οδύνης της απουσίας, της απώλειας. Θα πρόσθετα και της απόρριψης. Διότι, αν αφαιρέσουμε από τη λέξη την συναισθηματική, συχνά μελοδραματική υπερβολή που συνοδεύει τον όρο απόρριψη, η ζωή του καθένα μας βρίθει από απορρίψεις. Στο σχολείο, για παράδειγμα, με τις βαθμολογίες, τις διακρίσεις και τις κάθε είδους εξετάσεις και αξιολογήσεις, ο μαθητής εύκολα γίνεται αντικείμενο απόρριψης. Είναι άραγε πάντα αιτία ψυχικού τραυματισμού ένας βαθμός κάτω από τη βάση σε ένα γραπτό που δεν ανταποκρίνεται στο επίπεδο; Είναι άραγε αιτία ψυχικού τραύματος το θλιβερό αποτέλεσμα ενός μαθητή που απορρίπτεται ως  μετεξεταστέος;
Νομίζω πως όλοι όσοι έχουμε υπάρξει δάσκαλοι αλλά και μαθητές θα συμφωνήσουμε πως είναι ανάγκη να νιώθει την δικαιοσύνη ο σπουδαστής, τόσο ο προβιβάσιμος όσο και ο στάσιμος ή μετεξεταστέος. Ποιος δεν έχει νιώσει κρυφή, ενδόμυχη ανακούφιση όταν, για χαμηλές και ανεπαρκείς επιδόσεις του, απορρίφθηκε από ένα δίκαιο, επιμένω, «δίκαιο και  αδιάβλητο» σύστημα κριτών;
Αντίθετα, η αδικία της απόρριψης, σε ένα ψυχισμό δίχως εμβολιασμό και προετοιμασία, δίχως «ναρκισσιστικά θεμέλια» αγάπης που θα είχαν χτιστεί στα πρώτα χρόνια της ζωής, μπορεί να αποβεί τραύμα, μερικές φορές ανοιχτό και ματωμένο ως το τέλος της ζωής.


Είναι
η απόρριψη και η αποδοχή της ένας ψυχικός μηχανισμός άμυνας; 

Το ερώτημα δεν θα απαντηθεί σήμερα. Εκείνο που μου μοιάζει αυτονόητο είναι πως απορρίπτων και απορριφθείς συνδέονται με ανεξερεύνητα υποσυνείδητα νήματα. Φυσικά, τεράστια σημασία έχει ο τρόπος που απορρίπτει κάποιος κάποιον ή κάτι. Κι ο τρόπος αυτός σχετίζεται με το άγχος που περιέγραφα πριν μιλώντας για την διαφορετικότητα. Αν ο Δεσπότης απορρίπτει την ομοφυλοφιλία από πεποίθηση και επιλογή τρόπου ζωής και αντίληψης, είναι δικό του, προσωπικό θέμα και το σέβεται ο καθένας. Αν απορρίπτει όμως επειδή τρομάζει από την διέγερση που προκαλείται μέσα του και στο περιβάλλον του, αυτό προδίδεται από την συμπεριφορά του, που γίνεται εμπαθής, φανατισμένη και ισοπεδωτική. Και, λόγω της θέσης του στην κοινωνία, αυτό έχει επιπτώσεις, αλίμονο, στην καθημερινότητα εκατομμυρίων ανθρώπων.  Θα έλεγα πως χρειαζόμαστε την ψυχική ισορροπία να κρίνουμε και να ελέγχουμε μέσα μας τους λόγους όταν απορρίπτουμε, δίχως να απαιτούμε από τον άλλον να συμμεριστεί την απορριπτική μας άποψη. Όταν έχουμε γνωρίσει λίγο τα παιχνίδια του υποσυνείδητου, τότε είναι σοφία η επιλογή.

Λέμε πως ένας από τους στόχους της ψυχανάλυσης είναι να μπορούμε να επιλέγουμε. Κι αν το καλοσκεφθούμε, δεν είναι εύκολο πράγμα η επιλογή. Από την πρώιμη παιδική ηλικία μπαίνει το θέμα, οι γονείς θα δείξουν στα παιδιά το καλό και το κακό. Σ’ αυτή τη φάση της ανάπτυξης, η απόρριψη κάποιων αιτημάτων, η απαγόρευση είναι ανάγκη. Η παιδική ψυχή χρειάζεται απλουστεύσεις. Αυτό ναι, εκείνο όχι. Σιγά σιγά, με την εξέλιξη της λογικής και της συναισθηματικής νοημοσύνης, τα πράγματα γίνονται πιο σύνθετα, πολύπλοκα. Αντιλαμβανόμαστε πως απορρίπτοντας εύκολα, χάνουμε ίσως κάτι καλό που δεν γνωρίσαμε. Έτσι, συχνά ο σύγχρονος, σκεπτόμενος και ανοιχτόμυαλος άνθρωπος μπλέκεται σε ένα δαίδαλο όπου δυσκολεύεται να αποφασίσει ποια κατεύθυνση του ταιριάζει.

Δυσκολεύεται να απορρίψει. Δυσκολεύεται να πει όχι. Νιώθει παγιδευμένος και αδυνατεί να αντιδράσει. Από τον φόβο της απόρριψης, λέει συχνά.
Κι ο ψυχαναλυτής απορεί: φόβο μήπως απορρίψω και τραυματίσω; Ή φόβο μήπως με απορρίψουν επειδή απέρριψα;
Φαύλος κύκλος. Που μόνο επανάληψη κακών μπορεί να επιφέρει.
Πόσες οικογένειες δεν υποφέρουν από αυτή την αδυναμία!
Πόσοι άνθρωποι δεν καταλήγουν σε κλείσιμο στον εαυτό τους, σε μια καταθλιπτική μιζέρια, μην ξέροντας πώς να βγουν από το αδιέξοδο, πώς να ξαναβρούν τη χαμένη παιδικότητα που έπλεε στη γαλήνη του ξεκάθαρου ναι-όχι, του πρέπει ή δεν πρέπει, του θέλω ή όχι, της δυνατότητας απόρριψης τελικά;

Συχνά, εκείνοι που δυσκολεύονται να επιλέξουν είναι πληγωμένοι άνθρωποι. Πληγωμένοι από απόρριψη στα τρυφερά παιδικά τους χρόνια. Από γονείς που δεν κατάφεραν ίσως να εκφράσουν την αγάπη και τη στήριξή τους. Από αδέρφια και συγγενείς που, μέσα στην πολλή απλοποίηση, τους καταδίκασαν σε ανάξιους της προσοχής τους. Από δασκάλους που χωρίς εξηγήσεις και βοήθεια τους κατέτασσαν συνεχώς και δίχως δεύτερη σκέψη στους απορριφθέντες.
Τα τραύματα αυτά δύσκολα θα επουλωθούν. Σε όλη του τη ζωή, ο πληγωμένος άνθρωπος θα αναζητά ασυνείδητα την απόρριψη. Θα προσφέρει μόνιμα ερωτικές ανθοδέσμες σε αντικείμενα του πόθου που θα του γυρίζουν μόνιμα την πλάτη. Θα εμπλέκεται σε αδιέξοδες ιστορίες όπου θα εκλιπαρεί για αναγνώριση, ενώ θα εισπράττει διαρκώς απόρριψη. Και εκείνος δεν θα τολμά να απορρίψει. Από φόβο. Από τρόμο, μήπως τον απορρίψουν.

Η απόρριψη στην ενήλικη ζωή μας είναι ανάγκη. Μα είναι εφικτή όταν επουλωθεί το τραύμα που έχει προκαλέσει στην ψυχή μας μια άλλη, αρχέγονη απόρριψη σε καιρούς που δεν ξέραμε καν τι σημαίνει απορρίπτω. Το νιώθαμε μόνο. Στο πετσί μας. Στην καρδιά μας. Και νιώθαμε τα σημάδια που άφηνε η απόρριψη:  μια επανάληψη συμπτωμάτων, ανικανοποίητων επιθυμιών, ακυρωμένων ονείρων. Σημάδια που κανείς τότε δεν αντιμετώπισε σαν μηνύματα.

Στην παιδική ηλικία, πράγματι η απόρριψη του παιδιού από τον ενήλικα είναι έγκλημα. Στην ενήλικη ζωή όμως τα πράγματα αλλάζουν.
Διότι τότε το έγκλημα της απόρριψης γίνεται μόνον με την συμμετοχή του θύματος, που δεν μπορεί να θεωρήσει πως πιθανά η απόρριψη να είναι ανακουφιστική και ίσως νέα αρχή δημιουργικής ζωής. Πολλές φορές εκλαμβάνουμε την απόφαση του άλλου να απομακρυνθεί από την πραγματικότητά μας σαν απόρριψη. Αυτό, όταν γίνεται με όχι βίαιο τρόπο, δεν είναι έγκλημα, είναι επιλογή του. Και η επιλογή είναι σοφία.

Κοιτάζω τον πίνακα. Ο Αγγελίδης έστησε το μαγικό «σκηνικό» όπου συμβαίνει μια απόρριψη. Ο πιερότος δέχεται το πλήγμα, η αγαπημένη του αρνείται τον έρωτά του. Σκληρότερη από το όχι είναι η αδιαφορία της. Ασυγκίνητη μπρος στην κατάρρευση του ερωτευμένου.

Πολλά ερωτήματα προκύπτουν αναφορικά με την θολή έννοια της απόρριψης πριν αποφασίσουμε πως πρόκειται για έγκλημα, πως πρόκειται για θύτη και θύμα:
Στέκομαι πρώτα στον τίτλο: Το σκηνικό της απόρριψης. Ναι, χρειάζεται ένα σκηνικό, ένα περιβάλλον, μια κατάσταση ζωής με χίλιες συνθήκες που καθορίζουν και επηρεάζουν την ύπαρξη των δυο ηρώων του έργου. Τι κουβαλούν μέσα τους η ωραία κι ο Πιερότος;
Ποια ανεξερεύνητα πάθη οδηγούν τον ένα να προσφέρει την καρδιά του μεταμφιεσμένη σε ανθοδέσμη, και την άλλη να αρνείται την προσφορά δείχνοντας παγερή συμπεριφορά; Στρέφοντας ενδεχομένως το βλέμμα σε άλλο αντικείμενο πόθου… ίσως κάποιος αρλεκίνος να κρύβεται πίσω από το σκηνικό, ίσως όχι…
Ποιος απ’ τους δυο είναι πιο ειλικρινής; Στο κάτω κάτω ένα πρόσωπο βλέπουμε δίχως
μάσκα. Και το σκηνικό μας παραπέμπει σε παράσταση, σε υποκριτικές πιρουέτες. Ας μην ξεχνάμε πως συχνά οι άνθρωποι και οι πιερότοι χρησιμοποιούν τα συναισθήματα για να εκβιάσουν. Στην τέχνη αυτό λέγεται ταλέντο, στη ζωή συναισθηματικός εκβιασμός. Κι ίσως η ωραία να το γνωρίζει αυτό. Ίσως μάλιστα να το έχει ήδη χρησιμοποιήσει στην ερωτική της ζωή. Ποιος ξέρει;
Και επίσης, ποιος να είναι ο ρόλος της αμφιθυμίας στη σκηνή αυτή; Αγάπη και μίσος για το αντικείμενο του πόθου, απόρριψη και έλξη, θαυμασμός και απαξίωση έως και φθόνος, στην ανθρώπινη ψυχή όλα αυτά συνυπάρχουν. Η εικόνα, πράγματι ευαισθητοποιεί και προδιαθέτει, μα ποιος να είναι άραγε ο πιο πληγωμένος;
Στο «σκηνικό της απόρριψης» τα πρόσωπα και τα συναισθήματα που δεν φαίνονται μπορεί να είναι οι πραγματικοί πρωταγωνιστές. Εννοώ το παρελθόν (άμεσο και απώτερο) και τις εμπειρίες του. Αυτή είναι η μαγεία στα έργα του Αγγελίδη. Μιλάει για τα ανείπωτα με παραπλανητικές και συγκεκριμένες εικόνες. Στήνει το σκηνικό με όλες τις υποβλητικές λεπτομέρειες κι αφήνει τη σκέψη μας να δημιουργήσει ελεύθερα την πλοκή, την προέλευση και την έκβαση του δράματος.
Θα ακούσουμε την Φωτεινή Φραγγούλη και στη συνέχεια τον ίδιο τον ζωγράφο, έχω μερικές ερωτήσεις να τους κάνω. Ίσως να σχηματίσω πιο συγκεκριμένη άποψη για την ανάγνωση του πίνακα, και πιθανότατα να αλλάξω την οπτική μου. Ίσως! Είναι μια πιθανότητα που εννοείται πως δεν απορρίπτω.
Σας ευχαριστώ,
Γ.Β.


Πρώτο τραγούδι Απόρριψης που αποδίδουν η Ιώ Λε Μολλερ (ακορντεόν) και η Δανάη Τεζαψίδου (φωνή):
Dans ma rue _ Στο δρόμο μου (1946)
Μουσική και στίχοι από τον Γάλλο συνθέτη Jacques Datin (1946 – 1972) Ερμηνεία από την Edith Piaf (1915 - 1963) 


Είναι η ιστορία μίας νεαρής κοπέλας που προέρχεται από μία οικογένεια με οικονομικές δυσκολίες και αλκοολικό πατέρα. Αυτός την παροτρύνει να εξωθεί στην πορνεία, απορρίπτωντας τον ρόλο και την αξία της ως παιδί και γυναίκα. Η νεαρή αδυναμεί να αφομοιωθεί: καταλήγει στον δρόμο (χωρίς σπίτι), χωρίς πελάτες (λεφτά), και τελικά παρακαλάει τον θεό να την απαλλάσσει από την κόλαση που ζει

Η Φωτεινή Φραγκούλη μιλάει για την Απόρριψη με αφορμή τον πίνακα του
 Νίκου Αγγελίδη:


Αναρωτιέμαι, γιατί πρέπει να περιγράψω με λέξεις έναν πίνακα ζωγραφικής; Γιατί δεν αρκεί η εντύπωση στη σκέψη μας; Γιατί χρειάζεται η ανάλυση; Για τα στοιχεία της; Για τη γνώση; Την επίγνωση; Τη διάγνωση; Για τα κρυμμένα μυστικά; Για το βαθύτερο επίπεδο ανάγνωσης που έχει κάθε περιγραφή;
Στη Χημεία η ακρίβεια της σύνθεσης των στοιχείων δίνει ένα αποτέλεσμα σαφές, μοναδικό.  Η τέχνη ναι, είναι και χημεία αλλά το δίδυμο Χημεία –τέχνη προσομοιάζει με το δίδυμο, κυριολεξία- μεταφορά.
Γράφω, δηλαδή χρησιμοποιώ την μεταφορά ως εργαλείο, προσπαθώ οι λέξεις να σημαίνουν και άλλα πράγματα..
Γράφω ιστορίες για παιδιά. Η λογοτεχνία για παιδιά είναι μια προσέγγιση στην αληθινή ζωή. Ένας δικός μου ορισμός αυτός, που άπτεται της ρήσης του Μπρετόν: η παιδική ηλικία πλησιάζει καλύτερα απ’ όλες την αληθινή ζωή. Με την προϋπόθεση βέβαια αυτός που γράφει, να διατηρεί φρέσκο ένα πολύτιμο κομμάτι της  παιδικής του σκέψης  χωρίς να αναιρεί τον  ενήλικα εαυτό του.
Στα βιβλία μου έχω συνεργαστεί με πολύ σημαντικούς εικαστικούς. Στο πέρασμα του χρόνου ασκούμενη στο λιτό του λόγου, στην αφαίρεση, άρχισα να προτιμώ λιγότερο σχέδιο και μάλιστα ασπρόμαυρο. Ή ασπρόμαυρο και ένα χρώμα. Αρκεί... Τώρα μου αρκεί και συμπληρώνει όμορφα και συντροφικά τις ιστορίες μου.
Παλιότερα ήταν αλλιώς.   Αλλάζουμε…
Πριν πολλά χρόνια είδα μια έκθεση του Νίκου Αγγελίδη και είχα τη βεβαιότητα πως μόνο οι εικόνες του θα αποτυπώσουν ένα πολύτιμο πρόσωπο της μυθοπλασίας μου. Την Κυράνη  του δάσους. Η αποτύπωσή της , τολμώ να πω, ενσάρκωση, μέσα από την τέχνη του Νίκου ήταν ένα σύσσημο. Ένα θαύμα πνευματικής συγγένειας. Ήταν Χημεία!
Με αφορμή την τέχνη γνώρισα τον άνθρωπο. Η γνωριμία έχτισε ένα στέρεο συναίσθημα εκτίμησης και αδελφικής αγάπης που δε φθείρεται.
Γι αυτό θέλω να απλώσω τις λέξεις…. για τον δικό του μύθο στον πίνακα. Γι εκείνον.
Λίγο ανησυχώ και έχω τρακ, λίγο… αλλά θα το κάνω με αγάπη.
Βλέπω έναν πίνακα ζωγραφικής , έναν περιγραφικό εικονικό και απεικονιστικό κόσμο και θέλω να τον ανιχνεύσω, να εξοικειωθώ μαζί του περισσότερο. Όχι με το σχήμα και το χρώμα αλλά με τον κόσμο που δημιουργεί. Έναν κόσμο ουσιαστικών και επιθέτων που αφήνουν κενά για να εικάσεις τα ρήματα… Έτσι ο Νίκος με τον χρωστήρα. Μορφοποιεί κατά βούληση τη ροή μιας πραγματικότητας που έχει την αυθαιρεσία του ονείρου. Αφηγείται μια κατάσταση. Κάτι που χαρακτηρίζει άλλωστε το έργο του. Ο Νίκος Αγγελίδης είναι ένας στοχαστής. Παρατηρεί, επεξεργάζεται, εμβαθύνει και καταγράφει το καταστάλαγμα του νου του,  υποβλητικά. Αποδίδει έναν κόσμο με προσωπική αισθητική. Στοχάζεται με σεμνότητα, με επίγνωση της  θνητότητας. Γι’ αυτό, στους πίνακές του η ατμόσφαιρα του ονείρου αυθαιρετεί με ηρεμία, τουλάχιστον εικονική.  Ο πίνακας έρχεται κοντά μας ως επιμύθιο μιας φουσκοθαλασσιάς που υποκρύπτεται ή που είναι προϋπόθεση της ηρεμίας που τελεσίδικα αποτυπώνεται. 
Τα έργα του έχουν μια στέρεα ισορροπημένη μελαγχολία. Πώς αλλιώς αφού στοχάζεται τον   κόσμο και τη ζωή; Αυτά ο Νίκος με τον χρωστήρα.
Με τις λέξεις εγώ…. Αθροίζω τα σημεία στίξης έως εδώ και το ερωτηματικό επικρατεί.
Ενώ όλα φαίνονται στέρεα και ευανάγνωστα, μετέωρα είναι, το νιώθω.
Παλιότερη εποχή ή κάθε εποχή; Η γνώμη γέρνει προς κάθε εποχή.
Εσωτερική αυλή, αίθριο. Αυλή σχεδόν,  παραλίγο σκακιέρα.  Επίπεδα δύο: Πάνω- κάτω,
μέσα- έξω. Άνδρας –γυναίκα. Αντιθέσεις… Η γυναίκα πλάτη, ο άντρας κατά μέτωπο. Το βλέμμα απόν και στους δύο. Μάτια δε βλέπουμε. Όχι, βλέπουμε τα μάτια του, αλλά εκείνα  δε βλέπουν, ανοιχτά, μεγάλα είναι αλλά βλέμμα δεν έχουν. Κοιτούν το κενό. 
Αυλή κρυφή σκακιέρα. Ο άνδρας είναι πάνω στη σκακιέρα. Είναι πιόνι;  Πιόνι που έπεσε;
Η ευκολία της μυθοπλασίας με παρασέρνει εκεί. Η εύκολη ανάγνωση των γεγονότων.
Ένας  άνδρας πεσμένος στην  αυλή,  μεγαλόσωμος, άκαμπτος, εκτός αισθήσεων. Τόσο άκαμπτος. Ξύλινος. Πολύ μεγάλος για να είναι κούκλα. Μεταμφιεσμένος, ένστολος.
Ένας Πιερότος. Ένας ρόλος της  commedia del arte. Ένας υπηρέτης  που δυσκολεύεται να πει ψέματα. Πέφτει σε γκάφες, αυτός,  ο υπηρέτης της αλήθειας. Είναι  όντος άνδρας; Αμφιβάλω και πάλι. Λόγω μεταμφίεσης. Θα πω ναι. Είναι άνδρας, γιατί έτσι σκέφτηκα στην αρχή και γιατί η ανθοδέσμη δίπλα του και η παρουσία της γυναίκας στο ανώγι – βεράντα  εκεί συγκλίνουν.
Η γυναίκα με γυρισμένη την πλάτη κοιτά τι; Το σώμα της έχει  ζωή. Κοιτά έξω από τον πίνακα. Κοιτά τι; Να πω τον ορίζοντα; Ξέρω, είναι η θάλασσα που βλέπει. Πολλά μπορεί να σκέφτεται…. Κι εγώ το ίδιο.
Αν ήταν λιγότερο καλλιεπής η ανθοδέσμη, πιο ανάλαφρη, αν είχε αγριολούλουδα και όχι τα τυπικά τριαντάφυλλα, θα τον δεχόταν άραγε αυτή, η σκληρή καρδιά;  Αν εκείνος ήταν λιγότερο χλωμός και δεν έμοιαζε με λυπημένο σκυλί… βέβαια αν  ήταν σκυλάκι σίγουρα θα τον  χάιδευε. Κι  αν δεν τον χάιδευε, θα τον συμπονούσε.
Αν φορούσε ρούχα κανονικά, θα ήταν άραγε αλλιώς; Θα έβλεπαν τώρα μαζί τη θάλασσα; Γιατί χρειάζεται να ντυθεί κάτι άλλο για να κερδίσει την εύνοια, τη σχέση, την αγάπη;
Μήπως όμως δεν ντύθηκε αλλά όντως είναι Πιερότος; Ποιος το ξέρει; Θα πω ότι ντύθηκε.
Αφού λοιπόν ντύθηκε,  πρώτος εκείνος αρνήθηκε τον εαυτό του. Εκείνος  πρώτος  απέρριψε  τον εαυτό του.
Θέλω να τον δω με αισθήσεις. Είναι άραγε έτσι άκαμπτος;  Ή η άθροιση των απορρίψεων, η απόρριψη αυτή καθεαυτή δημιούργησε τον πρόλογο ενός υστερικού τόξου στον ορίζοντα της σωματικής του στάσης, την  ακαμψία του  θανάτου εν ζωή.
Κι αυτή η γυναίκα, η εύκολα προσδιοριζόμενη ως σκληρή καρδιά, η ας την πούμε και συναισθηματικά απρόθυμη, της  οποίας κοιτάμε την πλάτη και κάποιοι συμπεραίνουμε πως αγέρωχα κοιτά το πέλαγος με αυτάρκεια, ίσως να έχει μάτια βουρκωμένα. Ίσως η ύπαρξή της να ενσαρκώνει τον στίχο του ποιητή, «ω η ανεπαρκής αυτάρκεια» Πόσες φορές χρειάστηκε να απορρίψει τέτοια τερτίπια και μασκέ παρουσίες; Ίσως γι’ αυτό ανέβηκε ψηλά, για να ξεκόψει, να πάρει καθαρό αέρα, γιατί φοβάται μήπως χάσει, μη θρυμματιστεί κι αυτή η πολύτιμη μοναξιά της που είναι από γυαλί.
Ένα ενδιαφέρον βιβλίο του Ρειμόν Κενώ   Ασκήσεις ύφους έδιναν την ίδια ιστορία με διαφορετική εκδοχή. Θα μπορούσα να παίξω να κάνω κάτι παρόμοιο αλλά δε θέλω. Φτάνουν οι βερμπαλισμοί. Νιώθω τρυφερότητα και συμπόνια. Στην αρχή ενοχλήθηκα, ένιωσα έναν θυμό, ίσως ανεπαίσθητο, αλλά θυμό. Ποιος ξέρει γιατί αυτός ο ηττημένος παίκτης με ταρακούνησε. Μήπως μου είναι οικείος; Όμως και με την κυρία καλά συναντιέμαι. Ίσως  περισσότερο με αυτήν. Θα έλεγα ότι ο θυμός πηγάζει από τη μεταμφίεση και την  ακαμψία. Μάλλον η συνθήκη του πίνακα με έσεισε. Όσο κοιτάζω όμως τον πίνακα, τόσο νιώθω συμπόνια και τρυφερότητα, εν  τέλη, και για τους δυο. 
Θέλω να πλησιάσω τον Πιερότο, να του βγάλω το σκουφί από το κεφάλι. Να ψιχαλίσω  δροσερό νερό στο πρόσωπό του. «Σήκω επάνω», να του πω, «σήκω. Κάνε ένα μπάνιο ζεστό, φόρεσε ρούχα καθαρά. Φάε λίγο ψωμοτύρι να ψυχοπιαστείς, πιες λίγο κρασάκι κόκκινο να ροδίσει το μάγουλό σου, τη γεύση να γευτείς… Βγες να περπατήσεις ανάμεσα στα δέντρα. Περπάτα και άκου τη μουσική του κόσμου. Είναι παραμυθία ν’ ακούς, όλα να τα ακούς αλλά τα δέντρα πιο προσεκτικά. Άφησε τα δέντρα να σου διδάξουν την αποδοχή. Υιοθέτησέ την για να αντέξεις την απόρριψη. Όμορφη και ωραία η ζωή κι ας είναι δύσκολη».
«Κι εσύ, κοκόνα μου», θα πω σε αυτήν, «κατέβα λίγο από ψηλά. Δες τον σαν πουλάκι πληγωμένο. Βρες τρόπο με λέξεις μαλακές να λες το όχι. Και πάρε τα λουλούδια», θα της πω, «βάλτα στο ανθοδοχείο. Γιατί να μαραθούν τα καημένα… Ο κόσμος έχει αποχρώσεις,  ασπρόμαυρος δεν είναι. Η ζωή είναι όμορφη και ωραία.» Το ξαναείπα το αρχαίο μου ρητό.
Η απόρριψη δεν είναι μόνο πόνος και πληγή είναι κομμάτι της ζωής μας. Είναι ανάγκη και συμβαδίζει με την επιλογή,την προτίμηση… μοιραία. Διαλέγουμε και απορρίπτουμε συνεχώς αλλά με τα αντικείμενα, με τα άψυχα και τα αφηρημένα είναι εύκολο. Είναι ανώδυνη διαδικασία. Στα έμψυχα και, κυρίως, στις ανθρώπινες σχέσεις ,όταν θίγεται το θέλω και το εγώ… τότε ναι, είναι δύσκολα τα πράγματα. 
Η κατανόηση, χρυσό κλειδί. Άντε όμως, απόκτησέ το. Εύκολο δεν είναι. Πολλά παπούτσια θα λιώσεις. Όπως στα παραμύθια! Η κατανόηση και η ενσυναίσθηση που προϋποθέτουν ευελιξία και μετατόπιση. Δε γεννιέσαι μ’ αυτά. Κι εγώ, που κάνω πως τα ξέρω, κουράστηκα για να τα συναντήσω. Αν τα κατέκτησα, δύσκολο να πω. Αυτά τα δώρα της ζωής μου. Η  μαθητεία μου ως δασκάλα σ το δημόσιο σχολείο. πολύ με βοήθησε. Διαπιστώνω ότι όσο παλιώνω τόσο πιο ήσυχα σκέφτομαι. Να πω την αλήθεια, αυτό με χαροποιεί, με ελευθερώνει. Γι αυτό σταματώ αλλά βάζω άνω τελεία…



Κάθε φορά που βλέπω τη ζωγραφική του Νίκου Αγγελίδη, μπαίνω σε μυστικό κήπο. Κάθε πίνακας είναι κίνητρο για μια ιστορία. Άηχη ιστορία. Ένα ταξίδι στο ανέφικτο που γίνεται δια της τέχνης εφικτό. Αινιγματικά πρόσωπα αποδίδονται με αυτοπεποίθηση. Ζωτικής σημασίας αντιφάσεις. Ο Νίκος σε έλκει στον κόσμο του και επιστρέφεις εμπλουτισμένος σοφά, σιωπηλά με τη δύναμη που έχουν τα έργα που χαρακτηρίζονται τέχνη κλασική. Νομίζω πως αυτό που συγγενεύει καθοριστικά τη ζωγραφική του και τη γραφή μου είναι ένας βιωμένος μαγικός ρεαλισμός, ας μου επιτραπεί η χρήση του όρου.
Τα τοπία του μύθου του είναι προσωπικά αλλά και οικεία .Τα σύμβολά του έχουν τον ρόλο του παιχνιδιού και της μαγείας μιας ονειρικής καθημερινότητας που συγχρόνως εγκυμονεί την ανατροπή. Μια ανατροπή που εμπεριέχεται ως εκδοχή στη θεματική του πίνακα ή ως συμπλήρωμα στη σκέψη του θεατή. Ευλογημένες αλληλεπιδράσεις.
 Ο Νίκος ζωγραφίζει για να ακούσει τον εαυτό του. Νομίζω. Κι εγώ γράφω για να με ακούσω, να με ακούσουν και να συναντηθώ. Δε νομίζω, έτσι είναι. Μια γλυκιά αυτοΐαση.η τέχνη. Παραμυθία για τον δημιουργό αλλά και το συμπληρωματικό μέρος τον θεατή, τον ακροατή, τον αναγνώστη. Ο στόχος είναι η καρδιά και η σύνδεση.
Θέλω να πω ευχαριστώ στον Νίκο για τις επισκέψεις μου στους πίνακές του. Περίπατοι προσέγγισης στον κόσμο των ανθρώπων. Περίπατοι πάντοτε κερδισμένη. Ευχαριστώ και για την πρόσκληση να σεργιανίσω την απόρριψη, εκ του ασφαλούς. Την ευκαιρία να γνωρίσω τον Γιάννη Βαϊτσαρά και να βρεθώ μαζί σας στο φιλόξενο βιβλιοπωλείο, Λεξικοπωλείο, και πραγματικά να ζήσω τη μεταφορά ως κυριολεξία.
Και τώρα ναι, βάζω τελεία.

Φωτεινή Φραγκούλη

Δεύτερο τραγούδι Απόρριψης που αποδίδουν η Ιώ Λε Μολλερ (ακορντεόν) και η Δανάη Τεζαψίδου (φωνή):
La complainte des flles de joie _ Το παράπονο μιας ιερόδουλης (1961) Μουσική και στίχοι από τον Γάλλο συνθέτη Georges Brassens (1921 – 1981) 

Αυτό το κομμάτι μιλάει για την κοινωνική και ηθική κατακραυγή της πορνείας και τον αρνητικό χαρακτηρισμό της γυναίκας ιερόδουλης. Ο Brassens τοποθετείται υπέρ της και την υποστηρίζει. Απαριθμεί τις αρετές και τις δυσκολίες που αντιμετοπίζει ενώ παράλληλα καταδικάζει τις λανθασμένες απόψεις και χαρακτηρισμούς εναντίων της. Τέλος, κατηγορεί τον φαλλοκρατισμό των αντρών που αναζητούν την ηδονή στην αγκαλιά της ενώ ταυτόχρονα την απορρίπτουν, την υποτιμούν, ή/και την κακομεταχειρίζονται

Τελευταίο τραγούδι:
je me suis fait tout petit _ “Έκανα τον εαυτό μου πολύ μικρό” (κατά λέξη), Ταπεινώθηκα μπροστά σε μία κούκλα
. Μουσική και στίχοι από τον Γάλλο συνθέτη Georges Brassens (1921 – 1981) 
Για αυτό κομμάτι, ο Brassens εμπνεύστηκε από την αγάπη του για την Pupchen (πούπχεν, κούκλα στα γερμανικά) και σύντροφό του Joha Heyman. Σε αυτό διηγείται με χιούμορ το πώς απαρνήθηκε/απέρριψε κάποια χαρακτηριστικά του χαρακτήρα του και αφέθηκε να δαμαστεί από αυτήν



Ο πιερότος (Ν. Λαπαθιώτης)
Απόσπασμα από το διήγημα του Λαπαθιώτη που δημοσιεύτηκε στις 9 Μαΐου 1929 στο περιοδικό Μπουκέτο,

...Έξαφνα, μου παρουσιάστηκε ένας πιερότος, που δεν τον είχα δει ως τότε μέσ’ στη σάλα. Φορούσε μισή μαύρη μάσκα. Είχα πάντα φοβερή αδυναμία για τα ρούχα του πιερότου. Ήρθε κοντά μου, και με κοίταξε στα μάτια. Ένα χνούδι μαύρο, απαλό, έσκαζε μόλις απάνω από δυο χείλη λεπτά και ντροπαλά. Δε μου μιλούσε. Όταν το κοίταγμά του το επίμονο άρχισε να με στενοχωρεί, θέλησα να φύγω —αλλά μου έκαμ’ ένα κίνημα τόσο ικετευτικό— ένα μικρό κίνημα απλό και συμπαθητικό — κι αυτό το κίνημα με κάρφωσε στη θέση μου… Τον ρώτησα, με νόημα, τι θέλει. Τα δυο του χείλη, τα ένιωθα να τρέμουν ελαφρά. Δε μου ’δωσε απάντηση. Εξακολουθούσε μονάχα να με κοιτάζει. Έβλεπα δυο μάτια φλογερά, που έριχναν μεγάλες αστραπές. Μου θύμιζαν δεν ξέρω ποιες φωτιές —κάποιες πυρκαϊές που δεν υπάρχουν…
            Η στάση του αυτή, η σιγηλή, με στενοχωρούσε πιο πολύ. Έκανα να τραβηχτώ και πάλι —και τότε άπλωσε δειλά το χέρι, και με κράτησε. Αυτή η τόλμη του με ξάφνιασε —στον καιρό μου, όλ’ αυτά, τα θεωρούσαμε απρέπειες ακόμη— αλλά και συγχρόνως, μ’ άρεσε στο βάθος… Έμεινα καρφωμένη και τον κοίταζα. Και τότε, δίχως να το περιμένω, μου άπλωσε ένα μικρό χαρτάκι διπλωμένο. Τραβήχτηκα, δίχως να το πάρω. Έκαμα ένα: όχι, με τα μάτια. Και τότε τα δικά του πήραν μια έκφραση λύπης —τόσης, τόσης λύπης, που δεν μπορώ να την ξεχάσω στη ζωή μου… Άμα είδε την επιμονή μου, και την κάπως πειραγμένη —έτσι αυτός θα είπε— κίνησή μου, δεν επέμεινε: άπλωσε μόνο τρεμουλιαστά το διπλωμένο γράμμα στο κερί του πιάνου. Το χαρτί πήρε φωτιά. Μια φλόγα έπαιξε για μια στιγμή κι έπειτα έσβησε. Αυτό ποτέ μου δε θα το ξεχάσω… Και χάθηκε από μπροστά μου, σα σκιά…




Eρωτήσεις που απευθύνονται σε όλους, αλλά λόγω ευγενείας θα ζητήσω πρώτα απάντηση από τους δυο καλεσμένους μας:
1.     Φωτεινή και Νίκο, είστε και οι δυο δημιουργοί. Βρεθήκατε στη θέση να παρουσιάζετε τα έργα σας στο κοινό. Υπήρξαν στιγμές που νιώσατε την απόρριψη; Πώς την βιώσατε; Πώς αντιδράσατε;
2.     Σας έτυχε να απορρίψετε να ασχοληθείτε και να εκθέσετε μια ιδέα, όχι γιατί δεν είναι ενδιαφέρουσα αλλά επειδή νιώθατε πως αν δεν την απορρίπτατε, η διέγερση κατά την υλοποίησή της θα δημιουργούσε μέσα σας άγχος δύσκολα διαχειρίσιμο;
3.     Όταν κάποιος γυρνάει απαξιωτικά την πλάτη στο έργο σας, τι σας τρομάζει περισσότερο στην απόρριψη που εισπράττετε; Η ιδέα μήπως έχει δίκιο; Η αρχική εσφαλμένη σας εντύπωση πως το έργο σας θα ενδιαφέρει τον παραλήπτη; Ή η δική σας αντίδραση στην ακυρωτική συμπεριφορά του;
4.     Όταν γίνεστε μάρτυρες μιας σκηνής απόρριψης, όπως εμείς εδώ απόψε που βλέπουμε τον πιερότο στα πατώματα, ποια είναι η πρώτη σας σκέψη; Τι συναίσθημα νιώθετε πιο έντονα;
Διονύσης Παπακώστας

Δημήτρης Σουλιώτης

Ο Νίκος Αγγελίδης μιλάει για το έργο του



  
Την πρόσκληση σχεδίασε
ο Φώτης Μαρκάδας


Ευχαριστώ από καρδιάς:
-την Φωτεινή Φραγκούλη και τον Νίκο Αγγελίδη για την συμμετοχή τους,
-την Ιώ Λε Μολλέρ και την Δανάη Τεζαψίδου για τα μουσικά κομμάτια που ερμήνευσαν εξαιρετικά.
-το Λεξικοπωλείο για την πάντα ένθερμη φιλοξενία,
-τον πιστό θαμώνα και φίλο Νίκο Ζωιόπουλο για τις φωτογραφίες και τα βίντεο.
Γ.Β.






Επόμενο καφέ ψ:
Δευτέρα 16 Ιαν 2017            
                                        Έργο: "Στον παράδεισο των κυριών” Μυθιστόρημα του Εμίλ Ζολά
Προσκεκλημένες:
-Ιφιγένεια Μποτουροπούλου, καθηγήτρια της Ιστορίας του Γαλλικού Πολιτισμού στο Πανεπιστήμιο Αθηνών και μεταφράστρια.
-Μαργαρίτα Μάνθου, κλινική ψυχολόγος

Θέμα: Μετάφραση-ερμηνεία, από την λογοτεχνία στην ψυχανάλυση.


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου