Καλησπέρα,
Διαβάζει η Καίτη Στεφανάκη.
Καλώς ήλθατε στο Γαλλικό Ινστιτούτο, στο
τέταρτο και τελευταίο φετινό καφέ-Ψ.
Θα συνεχίσουμε μαζί τη διερεύνηση του
ψυχαναλυτικού διπόλου Έρως-Θάνατος.
Πριν ξεκινήσουμε, δεν μπορώ να μην αναφερθώ σε
μια λεκτική επίθεση που δέχτηκα στην Αθήνα, σχετική με τις συναντήσεις καφέ-ψ
μέσα στην περιρρέουσα θανατερή ατμόσφαιρα.
Η έκφραση-κατηγορία που μου απευθύνθηκε ήταν:
«εδώ καράβια χάνονται βαρκούλες αρμενίζουν».
Η απάντησή μου είναι σαφής και είναι άλλωστε στο
επίκεντρο του θέματος που μας απασχολεί:
Επειδή ακριβώς θεωρώ πως οι συναντήσεις των
καφέ-ψ είναι μια δραστηριότητα υποκινούμενη από ενόρμηση ζωής, νομίζω πως σε
δύσκολους και ζοφερούς καιρούς η ύπαρξή τους συμβάλλει στο ψυχικό ανάχωμα κατά του θανάτου.
Αυτό ισχύει σίγουρα για μένα, ελπίζω πως κάτι
ανάλογο νιώθετε και σεις. Όταν σβήσουν τα φώτα του καφέ-ψ θα έχει ο καθένας τη
δυνατότητα να
επιστρέψει στην επικαιρότητα για να την επεξεργαστεί όπως μπορεί και όπως νομίζει. Ίσως οι βαρκούλες που αρμενίζουν να παίξουν ρόλο σωτήριων λέμβων. Η ενορμητική δύναμη της ζωής μέσω της σκέψης και της τέχνης έχει αυτή την αποστολή. Να καταφέρει να σώσει μερικούς από τους ναυαγούς των καραβιών που χάνονται. Άλλωστε πέρασε πολύς καιρός από την εποχή που έτρεφα φαντασιώσεις παντοδυναμίας. Τώρα, έχω συνείδηση των περιορισμένων δυνατοτήτων του ανθρώπου. Ας επενδύσουμε τουλάχιστον σ’ αυτές τις μικρές ανθρώπινες δυνατότητές μας. Αυτό.
επιστρέψει στην επικαιρότητα για να την επεξεργαστεί όπως μπορεί και όπως νομίζει. Ίσως οι βαρκούλες που αρμενίζουν να παίξουν ρόλο σωτήριων λέμβων. Η ενορμητική δύναμη της ζωής μέσω της σκέψης και της τέχνης έχει αυτή την αποστολή. Να καταφέρει να σώσει μερικούς από τους ναυαγούς των καραβιών που χάνονται. Άλλωστε πέρασε πολύς καιρός από την εποχή που έτρεφα φαντασιώσεις παντοδυναμίας. Τώρα, έχω συνείδηση των περιορισμένων δυνατοτήτων του ανθρώπου. Ας επενδύσουμε τουλάχιστον σ’ αυτές τις μικρές ανθρώπινες δυνατότητές μας. Αυτό.
Ο Κωνσταντίνος Νικολόπουλος γράφει ποίηση.
Στην συλλογή του «Βουβή Συνοδεία» βρήκα κάτι κατάλληλο σαν αρχή για απόψε, και
καταλληλότερο ακόμα σαν σύνδεση με όσα έχουμε να πούμε:
Ο ζωντανός, ο νεκρός και ο ποιητής.
Ακούμε τον ίδιο τον ποιητή.
Επιστρέφουμε λοιπόν στις ενορμήσεις ζωής.
Αυτή τη φορά θα κάνουμε έναν περίπατο προς την
πλευρά της λογοτεχνικής δημιουργίας, προσπαθώντας να ανιχνεύσουμε το δίπολο
έρως-θάνατος που κρύβεται πίσω της.
Θα μου πείτε, τιτάνιο εγχείρημα. Γι αυτό θα προστρέξω
στην καβαφική βοήθεια:
Εις σε προστρέχω Τέχνη της
Ποιήσεως,
που κάπως ξέρεις από φάρμακα·
νάρκης του άλγους δοκιμές, εν
Φαντασία και Λόγω.
Ξεκινούμε με δεδομένο πως η οποιαδήποτε
καλλιτεχνική έκφραση έχει τη ρίζα της στην ενόρμηση ζωής, δηλαδή στην ερωτική
ώθηση προς την δημιουργία, σαν αντίδοτο στην έμφυτη ανθρώπινη τάση προς τον
θάνατο. Όπως ήδη έχουμε πει, οι δυο αυτές ενορμήσεις βρίσκονται συνεχώς σε
αντιπαράθεση, σε διαπλοκή, μέσα στην ψυχή μας.
Και δεν είναι η μόνη σύγκρουση που ταλαιπωρεί
την ψυχική ύπαρξή μας.
Πολύ πριν μιλήσει ο Φρόιντ για το δίπολο των
ενορμήσεων, είχε εντοπίσει μέσα σ’ αυτό που ονομάζει «ψυχισμό», την ύπαρξη
τριών στοιχείων που ορίζουν τη δομή της ανθρώπινης ψυχής. Το Εγώ, το Υπερεγώ
και το Εκείνο. Η δεύτερη Τοπική του Φρόιντ:
Για να το πούμε σύντομα και απλά, το Εγώ είναι
η συνείδηση, το μυαλό μας.
Το Υπερεγώ είναι ο κανόνας, ο νόμος, ή καλύτερα,
τα στοιχεία που ο καθένας έχει εσωτερικεύσει σαν νόμο, είναι η δική του,
εσωτερικευμένη «ηθική».
Το δε Εκείνο, είναι οι συνειδητές και,
συχνότερα, οι ασυνείδητες επιθυμίες, οι τάσεις, οι ορμές.
Το δίπολο θάνατος-έρως που μας απασχολεί τώρα,
ακριβώς εκεί, στο Εκείνο, έχει το ορμητήριό του, την θέση του.
Οι δυο συνιστώσες του ψυχισμού, λοιπόν, το
Εκείνο και το Υπερεγώ είναι σε διαρκή σύγκρουση. Η τρίτη συνιστώσα, το καημένο
το Εγώ, προσπαθεί να αποκαταστήσει την τάξη και τη γαλήνη, πότε τα καταφέρνει
και πότε όχι. Πρόκειται για μια πάλη μόνιμη και έντονη, όπου όπως
αντιλαμβάνεστε, βρίσκει πεδίον δόξης λαμπρόν η πάλη έρωτα και θανάτου που
εμπεριέχεται.
Σ’ αυτόν τον διαρκή αγώνα, κάποιοι από μας
βρήκαν καταφύγιο στη λογοτεχνία, στην ποίηση. Συχνά σαν αποδέκτες αρχικά, στη
συνέχεια σαν πομποί. Δημιούργησαν. Έγραψαν, παρουσίασαν, δημοσίευσαν.
Μπαίνει ένα ερώτημα. Γράφει κανείς μόνο για
τον εαυτό του;
Πολλοί ισχυρίζονται πως ναι. Όμως η πράξη του
να αφήνει κανείς γραμμένες σκέψεις στο χαρτί ή τον υπολογιστή, δεν
εμπεριέχει την συνειδητή ή ασυνείδητη επιθυμία της επικοινωνίας;
Το ερώτημα θα μείνει ανοικτό.
Αυτό που μας ενδιαφέρει σήμερα είναι πώς
καταφέρνει και υπερισχύει η ερωτική ενόρμηση μέσα από τις παγίδες και τις
απαγορεύσεις που της στήνει το Υπερεγώ; Πώς δηλαδή οι σκοτεινές ασυνείδητες
επιθυμίες του Εκείνου βρίσκουν το δρόμο να εκπληρωθούν και να γίνουν πράξη; Πώς
πετυχαίνουν και απενεργοποιούν τις θανατηφόρες φραγές που η εσωτερικευμένη
ηθική του καθενός έχει εγκαταστήσει μέσα μας;
Η απάντηση είναι: χρησιμοποιώντας το όχημα της
μετουσίωσης.
Στην ψυχαναλυτική θεωρία, η μετουσίωση είναι
ένας από τους πολλούς μηχανισμούς άμυνας. Και όταν μιλούμε για μηχανισμούς
άμυνας εννοούμε τις ψυχικές ασυνείδητες κινήσεις ενάντια στην καταστροφική επιρροή
της ενόρμησης θανάτου. Ή επίσης, ενάντια σε ένα τυραννικό Υπερεγώ που εμποδίζει
την εξέλιξη του ατόμου μέσα σε μιαν ειρηνική συνύπαρξη με τον εαυτό του και με
τους άλλους.
Η ψυχή λοιπόν αμύνεται για να επιβιώσει,
χρησιμοποιώντας ενίοτε την Μετουσίωση.
Η διεργασία αυτή μεταστρέφει τις μη αποδεκτές ενορμήσεις - σεξουαλικές και επιθετικές - σε κανάλια που είναι
προσωπικά και κοινωνικά αποδεκτά. Θεωρείται ένας υγιής τρόπος επίλυσης των
ψυχολογικών δυσχερειών, γιατί από τη μια ενθαρρύνει μια συμπεριφορά που
ευεργετεί το κοινωνικό σύνολο και από την άλλη εκτονώνει την συναισθηματική
ενέργεια, η οποία σε άλλες αμυντικές διεργασίες σπαταλιέται (π.χ. άρνηση). Όταν οι επιθυμίες του ατόμου δεν μπορούν να
εκτονωθούν, γιατί δεν είναι κοινωνικά αποδεκτές, το άτομο αναζητεί
εναλλακτικούς τρόπους εκτόνωσης του συναισθήματος. Στην προσπάθειά του αυτή,
μετασχηματίζει (μετουσιώνει) τις «απαγορευμένες» επιθυμίες σε μια δραστηριότητα
κοινωνικά ή πολιτισμικά αποδεκτή.
Δίχως καθυστέρηση θα ακούσουμε ένα διήγημα.
1943. Χρόνια δύσκολα, όπου ο θάνατος, αλλά και η οργή
και το μίσος, έχουν κυρίαρχη θέση στις ψυχές των Ελλήνων.
Γράφει ο Άγγελος Τερζάκης με ευαισθησία και πόνο που
κρύβει έρωτα. Οι ενορμήσεις ζωής προσπαθούν με τις λέξεις να εμπεριέξουν και να
αντικρούσουν τον θάνατο και τον διχασμό.
…Οι γρίλλιες αντίκρυ
σφαλιστές, όμως το φως της λάμπας, το χαμηλό και κίτρινο, αγρυπνάει…
Διαβάζει η Καίτη Στεφανάκη.
Πριν μιλήσουμε για την μετουσίωση που κρύβεται
στα ποιήματα του Γιώργου Γιαννόπουλου, θα ακούσουμε ένα μικρό διήγημα που, κατά
τη γνώμη μου, εκφράζει εξαιρετικά την ερωτική ενόρμηση. Πρόκειται για ένα
ατύχημα, σωματικό τραυματισμό, επώδυνο. Γίνεται το τραύμα να μετατρέπεται σε
ηδονή; Γίνεται! Ατύχημα ευτυχίας, γράφει η συγγραφέας Μαρία Ψωμά. Ας την
ακούσουμε.
Η Ιώ Λε Μολλέρ |
Όπως εύκολα φαντάζεστε, όταν προετοίμαζα αυτό
το καφέ ψ, βρήκα πολλά δημιουργήματα που θα υποστήριζαν την θεωρητική άποψη του
διπόλου θάνατος-έρωτας.
Η επιλογή είναι εντελώς αδύνατον να γίνει με
αντικειμενικό τρόπο. Έτσι επέλεξα με βάση τις δικές μου επιθυμίες, τις δικές
μου αγάπες.
Διότι, όπως μου θύμισε κάποτε η Καίτη
Στεφανάκη τα λόγια του Ίταλο Καλβίνο αλλά και του Μπέρτολντ Μπρεχτ:
Ένας συγγραφέας έχει ηθική υποχρέωση να διασκεδάσει τον αναγνώστη. Η διασκέδαση είναι πολύ σοβαρό πράγμα. Η απόλαυση πρέπει να είναι το δώρο του συγγραφέα στον αναγνώστη που αγόρασε το βιβλίο του και επένδυσε τον χρόνο του στην ανάγνωση τόσων σελίδων: πρέπει να ανταμειφθεί.
Βρήκα λοιπόν διασκέδαση. Μέσα στα πολλά,
ξεχώρισα λίγα λόγια, και είναι λόγια Θανάτου και αγάπης.
Ακούγεται
το ποίημα Λόγια θανάτου και Αγάπης.
Είναι λίγο οξύμωρο να προσπαθείς να μιλήσεις
για ποίηση. Γιατί την ποίηση την διαβάζεις, ή μάλλον, την ακούς. Ακούς τους
ήχους των λέξεων, τη μουσική τους, το κλάμα τους, την ομορφιά και τον ερωτισμό
τους. Μόνον ακούς, με τις αισθήσεις σου, μόνον ονειρεύεσαι ανιχνεύοντας τις
εκπλήξεις και τις μυρωδιές στα αναπάντεχα μονοπάτια τους.
Πώς να μιλήσεις μετά για τα ποιήματα;
Αναπόφευκτα θα διηγηθείς τα όνειρα που έκανες διαβάζοντας, θα πεις τα τοπία με
τις εικόνες που σου ενέπνευσαν, θα αποκαλύψεις την συναισθηματική εμπλοκή σου
στα ποιητικά λόγια. Συνήθως ο ανυποψίαστος, ο παρθένος αναγνώστης, μένει σ’
αυτό, στη μαγεία της στιγμής, αμίλητος, εκστασιασμένος. Είναι ο κερδισμένος της
υπόθεσης. Η επίδραση των στίχων έγινε ουσία, έγινε υλικό και καύσιμο για τις
ψυχικές του διεργασίες. Τα λόγια περιττεύουν.
Εκτός κι αν είσαι κριτικός λογοτεχνίας και
θεωρήσεις υποχρέωση να εκφραστείς για το έργο του ποιητή, να δώσεις τη γνώμη
σου για το πόνημα της ποίησης, να
βαθμολογήσεις την καλλιτεχνική δημιουργία. Μόνο τότε μπορεί να υπάρξει
συγκροτημένο κείμενο λόγου που θα προσπαθήσει να αναλύσει τους στίχους, να
διευκολύνει ίσως την ανάγνωση ή την ακρόαση του ποιητικού έργου. Να κάνει
δηλαδή μια κλασσική παρουσίαση της συλλογής.
Εγώ όμως δεν είμαι ούτε φιλόλογος ούτε
κριτικός λογοτεχνίας. Και μπορεί η δουλειά μου να είναι μονάχα η ακρόαση,
μπορεί να έχω εμπειρία στο να ακούω, αλλά το να πλησιάσω την ποίηση μου μοιάζει
τώρα ένα εγχείρημα φιλόδοξο αλλά δύσκολο, και ταυτόχρονα ιδιαίτερα γοητευτικό.
Αυτό γίνεται για τις ανάγκες του καφέ ψ και ελπίζω στη συμβολή σας. Πάντως, να
ξέρετε, θα αφήσω να μιλήσει το «τρίτο αυτί», αυτό που χρησιμοποιώ στη δουλειά
μου, που, στην ουσία, είναι το μόνο που εμπιστεύομαι. Ευτυχώς, στην προκειμένη
περίπτωση είχα στην διάθεσή μου, πράγματι, το άκουσμα, είχα ολόκληρη την
ηχογράφηση της συλλογής.
Άκουσα λοιπόν και τα 29 ποιήματα, και όχι μόνο
μία φορά. Αργότερα, πολύ
μετά τις αναγνώσεις, άκουσα τον τίτλο, «Λόγια θανάτου
και αγάπης». Τότε μονάχα βρήκε νόημα. «Έκανε νόημα» θα έλεγε η ψυχανάλυση.
Με ευφυή στίχο, ο Γιαννόπουλος μας βάζει στην
προσφιλή του θεωρία περί υποκειμένου. Στην μόνιμη αγωνία του για την θέση που
έχει το υποκείμενο στην ανθρώπινη σκέψη. Και στην ποίησή του το υποκείμενο
αλλάζει θέση συνεχώς, είναι σε διαρκή αναζήτηση, σε αμφιβολία.
Ο αναγνώστης-ακροατής θα δώσει τελικά τη λύση
στο γρίφο, ανάλογα με τη διάθεση και την ψυχική κατάσταση της στιγμής. Θα
ταυτιστεί με τον ποιητή αναπολώντας τους έρωτες και τους νεκρούς, ή, αντίθετα,
θα ακούσει τα ποιήματα σαν αναμνήσεις των αγαπημένων πεθαμένων του. Το
γραμματικό υποκείμενο της πρότασης θα προσαρμοστεί στην προσταγή της
ευχαρίστησης, της ηδονής τού ψυχαναλυτικού υποκειμένου, του «εγώ». Ένα
εγώ-εραστής της ποίησης. Αυτή άλλωστε δεν είναι η αποστολή της; Να ευχαριστήσει
τον εραστή;
Στην περίπτωση Γιαννόπουλου είμαι
κατηγορηματικός. Η ποίησή του με συγκινεί, με γοητεύει. Τα Λόγια θανάτου και
αγάπης, με τις εκπλήξεις, τις συνδέσεις και τις αντιφάσεις τους, βρίσκουν
εύκολα ηδονική αποδοχή στον ψυχικό μου κόσμο, που, σαν τον ψυχισμό του ποιητή,
δυσκολεύεται να συμβιβαστεί με την απάνθρωπη έννοια του θανάτου.
Ανάμεσα στους στίχους, κρυμμένη αριστοτεχνικά
μέσα σε αντιθέσεις και παραπομπές στις ρίζες και στο φως, αποκαλύπτεται η
μεγάλη αγωνία, το μέγα μυστήριο του ανθρώπου, η αδιάλειπτη σύγκρουσή του.
ένας
έρωτας θάνατος!
γράφει κάπου ο ποιητής.
Αυτή είναι η ανατροπή στο έργο του
Γιαννόπουλου. Μια λέξη μια ελπίδα: Ο
Έρωτας!
Ο γίγαντας αυτός ο παντοδύναμος που προσπαθεί
ερήμην μας (ερήμην του υποκειμένου) να αντιπαρατεθεί στο σκοτάδι, στο θάνατο
που παραμονεύει.
Ύστερα έρχεται η λογική (το ψυχαναλυτικό
«εγώ»), η σοφία και η γνώση για να επικρατήσουν
κι αποτρέψουν την κακή πρόκληση, την διαβολική παρέμβαση με τις
επιθυμίες. Να στρέψουν τις ερωτικές ορμές σε άλλους δρόμους λιγότερο σαρκικούς
και επίγειους, πιο καλλιτεχνικούς, πιο διανοούμενους. Να στραφεί η ερωτική ορμή
στη ζωγραφική, ας πούμε, ή στη λογοτεχνία. Εδώ είμαστε! Στο θέμα μας, στη
Μετουσίωση! Όσο κι αν το αρνείται ο Γιαννόπουλος:
Εμείς
αγάπη μου, δεν βάλαμε την ποίηση
Πάνω
από την αγάπη...
Η ψυχαναλυτική σκέψη, είναι αυτή που μας
επιτρέπει σήμερα να μιλάμε για το υπολανθάνον μήνυμα της ποίησης του
Γιαννόπουλου. Για τη δικαιοσύνη της ψυχής που αποδίδει η ποίησή του.
Σε κάθε του ποίημα, μια πραγματολογική
αναφορά, ένα ιστορικό στοιχείο, μπλέκεται στους στίχους που βγαίνουν αυθόρμητα,
σαν τον ελεύθερο συνειρμό, προκαλώντας το τρίτο αυτί με την καλοπροαίρετη
ουδετερότητά του. Σε κάθε του ποίημα ένα στοιχείο της πραγματικότητας έρχεται
να θολώσει τα νερά της φαντασίας να δημιουργήσει την προσφιλή στον ποιητή
«υπαινικτική ανοικειότητα».
«Η Τέχνη», μου εκμυστηρεύτηκε ο Γιαννόπουλος
σε μια πρόσφατη συζήτησή μας, «είναι σαν την ψυχανάλυση. Χρειάζεται ο ποιητής
να αφουγκράζεται την ιστορία, να μπορεί να ακούει πριν την μετουσιώσει σε έργο,
σε δημιουργία».
Κι ο ποιητής, ως ψυχαναλυτής της Ιστορίας,
ξέρει να ακούει. Να ακούει για να θεραπεύει τη μνήμη. Να άρει την λήθη, σε μιαν
απελπισμένη αναζήτηση της Α-λήθειας, ακούγοντας και γράφοντας.
Καθώς είχα γράψει αυτές τις λίγες σκέψεις
ξαναέπιασα το βιβλίο. Το άνοιξα τυχαία και ξαναβούτηξα στην ανάγνωση. Τότε, το
κείμενο που έγραψα μού φάνηκε τόσο ανάξιο,
τόσο μικρό μπροστά στον πλούτο των στίχων, μπρος στην ηδονική
περιπλάνηση που μου πρόσφεραν.
Ευχαρίστως λοιπόν θα το ξανάγραφα απ’ την
αρχή.
Για να πω κι άλλα πολλά που δεν έγραψα για τις
νεκρικές λέξεις αλλά και τις άλλες τις ερωτικές, για τον καημό στα χείλη και
την πεθυμιά της σάρκας, για τον μαύρο κόρακα, νόμισμα της αγάπης, στον τάφο του
Ατρέα...
Ναι, θα άξιζε να το ξαναγράψω. Ήταν όμως αργά.
Το καφέ Ψ πλησίαζε κι εσείς περιμένατε.
Έτσι είμαστε, με χρονικά όρια, με
περιορισμένες δυνατότητες. Ας μην το ξεχνάμε!
Σας ευχαριστώ για την προσοχή σας και ας
ακούσουμε το αγαπημένο μου ποίημα, τη Βάρκα.
Ακούγεται
το ποίημα η Βάρκα
Σημειώματα των θαμώνων του καφέ ψ της Δευτέρας 4/6/16:
Τα όνειρά μας πήραν φωτιά... προς το παρόν!!
Τα περιστέρια είναι τόσο όμορφα κι αθώα. Δεν καταλαβαίνω γιατί τα κυνηγούν με λύσσα!
Μάικ Τάισον
Θα ήθελα να είμαι ποιητής, όχι για να γράφω ποιήματα, αλλά για να μπορώ να ακούω τους ποιητές να τους καταλαβαίνω, να κάνω δικά μου, να κλέβω τα αισθήματά τους. Σήμερα ένιωσα ανάπηρος που δεν είχα μέχρι τώρα επαφή με την ποίηση.
Η απουσία του έρωτα οδηγεί σε ψυχικό θάνατο και στους πιο θαρραλέους πρέπει να ακολουθεί ο θάνατος του σώματος. Ο παντοτινός, ο λυτρωτικός!
Μουσική πολύ ωραία! Ένα συνοθύλευμα μουσικής-ποιημάτων. Μπλε μουσικοχρώματα, μπλε κυματισμούς με πού και πού λευκά χρώματα…
Δεν υπάρχει αγάπη, έρωτας, χωρίς ματαίωση, ακύρωση, και εν τέλει θάνατο, που μπορεί να φτάσει ως το θάνατο, να γεννήσει θάνατο, να γίνει θάνατος! Κι ακόμα αν δεν γίνει έτσι, καραδοκεί την κάθε στιγμή ο θάνατος έναντι της αγάπης με τα δικά του απειλητικά τερτίπια. Το κοινό και των δύο είναι ο πόνος, είναι το τραύμα, είναι στίγμα, είναι κύκλος συναισθημάτων.
Θύμησες, Νοσταλγία, Απώλεια, Σούρουπο
Έρωτας: Υπέρ πάντων ο ωραίος Αγών!
Έρωτας!? Πάντα οδηγεί στον θάνατο, σ' έναν ηδονικό θάνατο.
Μετουσίωση: Δώρο ή παγίδα;
Ευχαριστώ θερμά τους θαμώνες του καφέ Ψ για την συμμετοχή τους, ελπίζοντας να ξαναβρεθούμε του χρόνου σε μια νέα σειρά δημιουργικών συναντήσεων!
Γ.Β.
Σημειώματα των θαμώνων του καφέ ψ της Δευτέρας 4/6/16:
Τα όνειρά μας πήραν φωτιά... προς το παρόν!!
Τα περιστέρια είναι τόσο όμορφα κι αθώα. Δεν καταλαβαίνω γιατί τα κυνηγούν με λύσσα!
Μάικ Τάισον
Θα ήθελα να είμαι ποιητής, όχι για να γράφω ποιήματα, αλλά για να μπορώ να ακούω τους ποιητές να τους καταλαβαίνω, να κάνω δικά μου, να κλέβω τα αισθήματά τους. Σήμερα ένιωσα ανάπηρος που δεν είχα μέχρι τώρα επαφή με την ποίηση.
Η απουσία του έρωτα οδηγεί σε ψυχικό θάνατο και στους πιο θαρραλέους πρέπει να ακολουθεί ο θάνατος του σώματος. Ο παντοτινός, ο λυτρωτικός!
Μουσική πολύ ωραία! Ένα συνοθύλευμα μουσικής-ποιημάτων. Μπλε μουσικοχρώματα, μπλε κυματισμούς με πού και πού λευκά χρώματα…
Δεν υπάρχει αγάπη, έρωτας, χωρίς ματαίωση, ακύρωση, και εν τέλει θάνατο, που μπορεί να φτάσει ως το θάνατο, να γεννήσει θάνατο, να γίνει θάνατος! Κι ακόμα αν δεν γίνει έτσι, καραδοκεί την κάθε στιγμή ο θάνατος έναντι της αγάπης με τα δικά του απειλητικά τερτίπια. Το κοινό και των δύο είναι ο πόνος, είναι το τραύμα, είναι στίγμα, είναι κύκλος συναισθημάτων.
Θύμησες, Νοσταλγία, Απώλεια, Σούρουπο
Έρωτας: Υπέρ πάντων ο ωραίος Αγών!
Έρωτας!? Πάντα οδηγεί στον θάνατο, σ' έναν ηδονικό θάνατο.
Μετουσίωση: Δώρο ή παγίδα;
Ευχαριστώ θερμά τους θαμώνες του καφέ Ψ για την συμμετοχή τους, ελπίζοντας να ξαναβρεθούμε του χρόνου σε μια νέα σειρά δημιουργικών συναντήσεων!
Γ.Β.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου